Σάββατο 10 Αυγούστου 2013

Ελληνική Μακεδονική γη: Περί Σλάβων στη Μακεδονία, Σλαβομακεδόνων και Μακεδόνων.

Μακεδονικό Μωσαικό
Χρήστος Ζαχόπουλος
Από "Τα Βυζαντινά"
εκδ. ΜΙΚΡΟΣ IANOS,
 Θεσσαλονίκη 2007. (οι φωτογραφίες επιλογή Yauna) 

Οι πηγές της μεσοβυζαντινής περιόδου 
και 
η νεοπλασία «Σλάβοι-Μακεδόνες»



Η γλώσσα ως εκφραστικό όργανο συχνά υφίσταται διαστρεβλωτικές, εννοιολογικής υφής, επεμβάσεις, που αποσκοπούν στο να αποδυναμώσουν ή να προσαρμόσουν στα εκάστοτε συμφέροντα και επιδιώξεις το περιεχόμενο των λέξεων και των όρων, μεταβάλλοντάς το. 
Κύριο χαρακτηριστικό των επεμβάσεων αυτών, άλλοτε πιο διακριτικών και έμμεσων και άλλοτε πιο βίαιων και άμεσων (ιδιαίτερα όταν προέρχονται από εξουσία ολοκληρωτική), είναι η δια της διαρκούς επανάληψης επιβολή του νέου περιεχομένου μιας λέξης. 
Μια ανάλογη ακραία μορφή επέμβασης στη γλώσσα περιέγραψε ο G. Orwell με τη «Νέα Ομιλία» του καθεστώτος του «Μεγάλου Αδελφού»(1).

Ειδικότερα η ορολογία είναι, συχνά, δύσκολο να αποσυνδεθεί από προκαταλήψεις, ιδεολογικά κίνητρα και επιδιώξεις. 

Η εισαγωγή και καθιέρωση, αν θέλετε, του όρου «Βυζαντινός» αποτελεί το πρώτο διδακτικό παράδειγμα(2), ενώ η χρήση των όρων «Βόρειος Ήπειρος» ή «Νότια Αλβανία» για τον προσδιορισμό του ίδιου χώρου μας προσφέρει μία απόδειξη της διαχρονικότητας του προβλήματος.

Επισημαίνοντας, σχετικά, το πρόβλημα της βαθμιαίας καθιέρωσης παραπλανητικής ορολογίας

 -με απώτερους, διαφανείς, πολιτικούς σκοπούς -
σε ό,τι αφορά τους όρους 
«Μακεδονία» - 
«Μακεδόνες»,
 η κ. Μαρία Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου παρατηρεί: 

«Στα έργα που εκδίδονται στα Σκόπια και κυρίως στην «Ιστορία του Μακεδόνικου Έθνους» χρησιμοποιούν έντεχνα τους όρους άλλοτε Σλάβοι-Μακεδόνες και άλλοτε απλώς Μακεδόνες, ώστε να προκαλέσουν σύγχυση και τελικά -«ανεπαισθήτως», όπως θα έλεγε ο Καβάφης- να γίνουν αποδεκτοί οι όροι Μακεδονία - Μακεδόνες ως δηλωτικοί μιας χωριστής εθνότητας...», «ενώ», σημειώνει, «είναι όροι καθαρά γεωγραφικοί»(3).

Το πώς αυτή η προσπάθεια «ανεπαισθήτως» παρήγαγε κραυγαλέα αισθητά αποτελέσματα φαίνεται από τα παραδείγματα, τα οποία παρατίθενται στη συνέχεια:

α. 
«...Οι σλαβικές γλώσσες που χρησιμοποιήθηκαν στην ανατολική Μακεδονία το Μεσαίωνα είναι διάφορες: 
παλιά μακεδονική,
 παλιά βουλγαρική, 
παλιά σερβική 
και οι πιο πρόσφατες καταστάσεις τους αναμιγνύονται καθ' όσο μπορούμε να κρίνουμε περί αυτών σύμφωνα με την τοπωνυμία...»(4).
 Από την άποψη αυτή, κατά την οποία η μακεδονική είναι (μαζί με τη βουλγαρική και τη σερβική) σλαβική γλώσσα, προκύπτουν τα εξής ερωτήματα: 
πρώτον, τη βουλγαρική γλώσσα μιλούσαν οι Βούλγαροι,
 τη σερβική οι Σέρβοι, 
τη μακεδονική ποιοι; 
Δηλαδή, οι όροι βουλγαρική και σερβική παραπέμπουν σε συγκεκριμένες εθνικές ομάδες ή φύλα• 
ο όρος «μακεδονική», και μάλιστα παλιά, πού αντανακλά; 
Δεύτερον, η μακεδονική ως διάλεκτος της αρχαίας ελληνικής, την οποία μιλούσαν οι αρχαίοι Μακεδόνες(5), πώς θα ονομάζεται πλέον; 
Η σύγχυση που προκύπτει από την αβασάνιστη εισαγωγή, αποδοχή και χρήση όρων- «πλασμάτων» του παρόντος για το παρελθόν(6) είναι προφανής.

β.



 «.. .Αν και Έλληνες, ο Κύριλλος (Κωνσταντίνος) και ο Μεθόδιος γνώριζαν τη Σλαβική γλώσσα που ομιλείτο στη Θεσσαλονίκη. 

Είτε αυτή ήταν Μακεδονική είτε Παλαιοβουλγαρική, ένα σημείο στο οποίο οι επιστήμονες έχουν διαφωνήσει, 
αυτή η γλώσσα ήταν τότε κατανοητή σ' όλους τους Σλάβους, συμπεριλαμβάνοντας τους Τσέχους Μοραβούς...7)». 
Στον κατηγορηματικό στη διατύπωσή του ισχυρισμό, 
πέραν της εύλογης απορίας που προκαλεί
 η απόλυτη βεβαιότητα περί σλαβικής γλώσσας ομιλούμενης στη Θεσσαλονίκη, 
πόλη-κέντρο ελληνικής παιδείας,
 γλώσσας και πολιτισμού(8)
που αντιστάθηκε στις σλαβικές επιδρομές 
και όχι μόνο δεν εκσλαβίσθηκε(9)
αλλά εξελλήνισε και εκχριστιάνισε(10)
η χρήση του όρου Μακεδονική (με κεφαλαίο μ) για τον προσδιορισμό γλώσσας σλαβικής συμβάλλει στη σύγχυση που αναφέρθηκε προηγουμένως, καθώς και στην πρόκληση παραπλανητικών εντυπώσεων σε ό,τι αφορά τη γλώσσα που μιλούσαν οι Θεσσαλονικείς.

γ. 
Η γλώσσα του Βυζαντίου τον 11ο αιώνα
«Συγγραφείς Βουλγαρικών ή Μακεδονικών έργων 
(Κλήμης Αχρίδος, Κωνσταντίνος Πρεσλάβας, Ιωάννης ο Έξαρχος, Κοσμάς ο Πρεσβύτερος) περιορίστηκαν κατά μέγα μέρος σε θρησκευτικά και φιλοσοφικά έργα. Σε κάθε περίπτωση σχεδόν... όφειλαν σημαντικό μέρος σε βυζαντινά πρότυπα. 

Αλλά η γλώσσα ήταν Παλιά Σλαβική...(11)
Ήδη τα «Μακεδονικά» (υποτίθεται γεωγραφικός όρος) έργα παρατίθενται στα Βουλγαρικά (εθνικός-γλωσσικός όρος) και ο όρος «Μακεδονική» ταυτίζεται με την Παλαιοσλαβική, αυθαίρετα, διότι στη Μακεδονία ομιλείτο ευρύτατα η ελληνική, στην οποία γράφηκαν -και εξακολούθησαν να γράφονται- σαφώς πολυαριθμότερα έργα (βλ. και «γραμμή Jireček»).

δ. 
Η σύγχυση από την αυθαίρετη χρήση του όρου Μακεδονία αποκορυφώνεται στο παρακάτω παράδειγμα: 
«Ο Γερμανικός καθολικός κλήρος... πέτυχε να εκδιώξει τους συνεργάτες του Κυρίλλου και του Μεθοδίου από τη Μοραβία το 885, μετά το θάνατο του Μεθοδίου (ο Κύριλλος είχε πεθάνει το 869). 
Η ομάδα του Μεθοδίου έπειτα συνέχισε στις πρόσφατα εκχριστιανισμένες Βουλγαρία και Μακεδονία...»(12)
Εκχριστιανισμός Βουλγάρων (864μΧ), Покръстване на българите .

Το γεγονός ότι στη Μακεδονία
 και ειδικότερα στους Φιλίππους ο απόστολος Παύλος
 ίδρυσε την πρώτη αποστολική χριστιανική εκκλησία της Ευρώπης, 
ενώ στη Θεσσαλονίκη και τη Βέροια τις αμέσως επόμενες εκκλησίες επί ελληνικού εδάφους(13) στα μέσα του 1ου αιώνα μ.Χ., 
όπως μαρτυρούν οι Πράξεις των Αποστόλων (κεφ. 16-17), 
οι επιστολές του προς Φιλιππησίους και Θεσσαλονικείς, 
οι πολυάριθμοι μάρτυρες των εκκλησιών αυτών(14), η πλούσια εκκλησιαστική χριστιανική παράδοση με την ύπαρξη, πλην της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, πολυάριθμων Επισκοπών και χριστιανικών κοινοτήτων, η συμμετοχή επισκόπων της Μακεδονίας στις Οικουμενικές και άλλες συνόδους(15)
η ανέγερση λαμπρών χριστιανικών ναών στη Μακεδονία,
 η βάπτιση του Μεγ. Θεοδοσίου από τον Α(σ)χόλιο, 
η ίδια η αποστολή των Θεσσαλονικέων Κυρίλλου και Μεθοδίου για τον εκχριστιανισμό-εκπολιτισμό των Σλάβων παραβλέπονται και η Μακεδονία 
φέρεται να εκχριστιανίζεται προς το τέλος του 9ου αιώνος (!) 
όχι από πρόθεση, φρονούμε,
 αλλά από καταφανή σύγχυση περί τον όρο «Μακεδονία», 
οφειλόμενη εν πολλοίς στη μονοπώλησή του και στη διαστρεβλωτική χρησιμοποίησή του από την κομμουνιστικής εμπνεύσεως και ονοματοθεσίας 
«Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας».
Μακεδονική Δυναστεία (Ι.Πετρώφ)
Πρόκειται για μια ακόμη συνέπεια, στο χώρο της επιστήμης αυτήν τη φορά, από την επέμβαση του πολιτικού ολοκληρωτισμού στην ιστορία, στη γεωγραφία, στη γλώσσα.
Στο πλαίσιο αυτό, όταν οι όροι 
«Μακεδονία»,
 «Μακεδόνες», 
«μακεδονικός» αποδίδονται, με τάσεις μονοπώλησης, 
σε σλαβικά φύλα
που επέδραμαν ή και εγκαταστάθηκαν σε τμήματα του βορρά της ελληνικής χερσονήσου και στην άμεση βαλκανική ενδοχώρα του, για να αφομοιωθούν στην συνέχεια, είναι επόμενο να καλλιεργείται η σύγχυση(16), 

δεδομένου ότι στη Μακεδονία κατοικούσε από αιώνων και εξακολουθούσε να κατοικεί το ελληνικό στοιχείο -
που της έδωσε και το ιδιαίτερο φυλετικό όνομά του- και δεδομένου επίσης ότι στις πηγές οι όροι αυτοί έχουν ποικίλο περιεχόμενο, που μπορεί μεν να αναφέρεται στην ιστορική παράδοση, στη γεωγραφία (χώρο), στην πολιτική και εκκλησιαστική διοίκηση(17), αλλά ποτέ στους Σλάβους.

Έτσι σε τμήμα της νεότερης ιστοριογραφίας συναντώνται οι εξής επιτατικοί της σύγχυσης όροι:

α. Μακεδόνες Σλάβοι (ή Μακεδονο-Σλάβοι)
(18), όπου το πρώτο λειτουργεί ως επίθετο•(19)
β. μακεδόνες Σλάβοι (ή μακεδονο-Σλάβοι), όπου το πρώτο λειτουργεί ως επίθετο
(20) 
γ. Μακεδόνες (Μακεδόνες Σλάβοι) ως ουσιαστικό•
(21)
δ. Μακεδόνες ως ουσιαστικό•
(22)
ε. Σλάβοι μακεδόνες («μακεδονίτες») ως επίθετο•
(23)
στ. Σλάβοι και Μακεδόνες, ως ουσιαστικό•
(24)
ζ. Σλάβοι-Μακεδόνες, ως ουσιαστικό•
(25)
η. σλαβικές μακεδονικές φυλές•
(26)
θ. μακεδονικές σλαβικές φυλές•
(27)
ι. φυλές των Μακεδόνων Σλάβων•
(28)
ια. μακεδονικές ή Μακεδονικές φυλές•
(29)
ιβ. μακεδονο-φυλετικά ονόματα•
(30)
ιγ. σλαβική Μακεδονία•
(31)
ιδ. Σκλαβηνία μακεδονική•
(32)
ιε. μακεδονικες σκλαβηνίες•
(33)
ιστ. μακεδονικές Σκλαβηνίες•
(34)
ιζ. Μακεδονικές σκλαβηνίες•
(35)
ιη. Μακεδονία συνώνυμο της Σκλαβηνίας•
(36)
ιθ. Μακεδόνικος λαός ή μακεδόνικος πληθυσμός•
(37)
κ. μακεδόνες Δρογουβίτες•
(38)
κα. Μακεδόνες Βερζήτες•
(39)
κβ. Μακεδόνες πρίγκιπες•
(40)
κγ. μακεδονικό σλαβικό κράτος•
(41)
κδ. Μακεδονική Αυτοκρατορία ή μακεδόνικο κράτος•
(42)
κε. παλαιά μακεδονο-σλαβική γλώσσα•
(43)
κστ. παλαιά σλαβική και μακεδονική λογοτεχνία•
(44)
κζ. αρχαία παλαιομακεδονική λογοτεχνία•
(45)

Πριν εξετασθεί η βασιμότητα αυτής της ασαφούς και συχνά αντιφατικής ορολογίας, χρήσιμη είναι η παρατήρηση ότι κατά συντριπτική πλειοψηφία αυτή χρησιμοποιείται από επιστήμονες της πρώην Γιουγκοσλαβίας.


 Μεταξύ αυτών οι πλέον επιρρεπείς στη χρήση, εν προτάξει, του όρου «Μακεδόνες» με τη συνοδεία του δηλωτικού φυλής «Σλάβοι» ή χωρίς αυτό είναι οι προερχόμενοι από το νέο κρατικό μόρφωμα, που προέκυψε, από την πρώην γιουγκοσλαβική «Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Μακεδονίας», σε μία εμφανή προσπάθεια -κατευθυνόμενη από το κράτος- να δημιουργήσουν «μακεδονική» εθνική συνείδηση στον πολυεθνικό πληθυσμό της, για λόγους συνοχής
Σημειώνεται πάντως ότι η συστηματική προσπάθειά τους να επιβάλουν μία συγκεκριμένη ορολογία, αλλά και η πολιτική διαμάχη με την προβολή διεκδικήσεων στη Μακεδονία στο πλαίσιο του Ανατολικού Ζητήματος από το τέλος του περασμένου αιώνα δεν άφησαν ανεπηρέαστους άλλους ιστορικούς(46).

Μια δεύτερη παρατήρηση είναι ότι στην προαναφερθείσα προσπάθειά τους 
οι εν λόγω ιστορικοί χρησιμοποιούν κατά κόρον
 το προσωνύμιο «Μακεδόνας» και το επίθετο «μακεδονικός»
 αντί των εκφράσεων «της Μακεδονίας» ή «στη Μακεδονία»(47).

 Τα πρώτα όμως δε δηλώνουν μόνον τόπο, αλλά και γένος, καταγωγή. 

Αποδυναμώνοντας λοιπόν το τοπικό - γεωγραφικό περιεχόμενο μιας φράσης και ενισχύοντας αυτό της γενιάς, καταγωγής, προσπαθούν να το μετατρέψουν σε δηλωτικό έθνους(48), παραλείποντας βαθμιαία το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό (Σλάβοι).

Δεδομένου όμως ότι οι ιστορικοί αυτοί χρησιμοποιούν τη συγκεκριμένη ορολογία, για να προσδιορίσουν σλαβικά φύλα στη μεσοβυζαντινή περίοδο, σκόπιμη είναι η εξέταση των πηγών, για να διαπιστωθεί, στο μέτρο του δυνατού, το περιεχόμενο των όρων «Μακεδονία», «Μακεδόνες», «μακεδονικός», το πώς αποκαλούν οι Βυζαντινοί τα φύλα αυτά και πώς αυτοπροσδιορίζονται εκείνα.

Διαπιστώνεται λοιπόν ότι οι πηγές χρησιμοποιούν τους όρους αυτούς αποδίδοντάς τους περιεχόμενο:

α. γεωγραφικό: «Τούτῳ τῷ ἔτει Κωνσταντῖνος τὰς κατὰ τὴν Μακεδονίαν Σκλαυινίας ᾐχμαλώτευσε καὶ τοὺς λοιποὺς ὑποχειρίους ἐποίησεν»
(49). -«Τὸ δὲ νῦν εἰς θέματος τάξιν χρημάτιζαν Θεσσαλονίκη καὶ αὐτό Μακεδονίας μέρος τυγχάνει. Καὶ ἵνα μὴ λέγω τοὺς ἔξωθεν καὶ παλαιοὺς τοῦ τοιούτου μάρτυρας πράγματος, ἀξιόχρεως μάρτυς ὁ ἅγιος τοῦ Χριστοῦ ἀπόστολος Παῦλος Μακεδονίαν ταύτην ἀποκαλῶν- γράφει δ' οὕτως• «παρόντος ἡμῖν Ἀριστάρχου Μακεδόνος Θεσσαλονικέως». Ἡ γὰρ Θεσσαλονίκη μητρόπολίς ἐστι τῆς Μακεδονίας. Ἀλλὰ καὶ Ἱεροκλῆς ὁ γραμματικὸς ἐν ταῖς μακεδονικαῖς αὐτὴν τέθεικε πόλεσιν(50)».

β. Μυθολογικό-ιστορικό: στην περίπτωση αυτή οι πηγές χρησιμοποιούν τους όρους αναφερόμενες αποκλειστικά και μόνο στη βυζαντινή και δη την ελληνική πλευρά. 


Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος αναφέρεται στη μυθολογική-ιστορική παράδοση, που εντάσσει τους Μακεδόνες, ως ελληνικό φύλο, στον ελληνικό κόσμο: 

«Μακεδονία ἡ χώρα ὠνομάσθη ἀπὸ Μακεδόνας τοῦ Διὸς και Θυίας τῆς Δευκαλίωνος, ὥς φησιν Ἡσίοδος ὁ ποιητής...»(51)• «Οἱ δὲ τῆς Μακεδονίας βασιλεύσαντες ἀπογόνους ἑαυτοὺς Ἡρακλέους ὀνομάζουσιν..(52).

Στο πλαίσιο αυτό το προσωνύμιο Μακεδών χρησιμοποιείται και ως δηλωτικό-συνώνυμο της γενναιότητας Βυζαντινού στρατιώτη παραβαλλόμενου με τον Λεωνίδα, τον Καλλίμαχο και τον Κυνέγειρο
(53), ενώ στον διάλογο «Τιμαρίων» τα Δημήτρια συνδέονται με τα Παναθήναια και τα Πανιώνια, εντασσόμενα έτσι στο εορτολόγιο και στην ιστορική συνέχεια του ελληνικού κόσμου(54).

Η διάκριση του ελληνικού κόσμου από τους επιδρομείς Σλάβους είναι σαφής και δεν επιτρέπει παρερμηνείες:

ο πολιούχος της Θεσσαλονίκης, μητροπόλεως της Μακεδονίας, άγιος Δημήτριος, πρωτεργάτης των νικών των Θεσσαλονικέων κατά των βαρβάρων, κοσμεί την Ελλάδα μ' αυτές(55).

Ο Ιουστινιανός Β' τοποθετεί Σκύθας αντί των Μακεδόνων για τη φύλαξη της κλεισούρας του Στρυμόνος(56). Στο α' «βιβλίο» των θαυμάτων αγίου Δημητρίου ο αρχιεπίσκοπος Ιωάννης περιγράφοντας την αβαρο-σλαβική πολιορκία του 586 (ή 597) αναφέρει ότι ήταν τόσο πολλοί οι πολιορκητές -και ανάμεσά τους η θηριώδης των Σκλαβηνών φυλή- 
ώστε, αν συσσωρεύονταν στη Θεσσαλονίκη όλοι οι Μακεδόνες, οι Θεσσαλοί και οι Αχαιοί, θ' ἀποτελούσαν μόνον ένα μικρό μέρος των βαρβάρων.

 Στο τέλος δε προσθέτει ότι αυτός που έτρεψε τους εχθρούς σε φυγή ήταν ο άγιος Δημήτριος, που έδωσε θάρρος στους Μακεδόνες(57)
Ο πρωτοσπαθάριος Θεόκτιστος τον 9ο αιώνα με δύναμη Θρακών και Μακεδόνων καταπνίγει εξέγερση των Σκλάβων της Πελοποννήσου(58)
ενώ ο Ανώνυμος στις Χρηστομάθειες από τα Γεωγραφικά του Στράβωνος σημειώνει ότι τη Μακεδονία «νέμονται Σκύθαι Σκλάβοι»(59)

Σε ό,τι αφορά τη γλώσσα, ο υπαρχηγός του Κούβερ Μαύρος, στο β' βιβλίο των Θαυμάτων αγίου Δημητρίου γνωρίζει την «καθ’ ἡμᾶς» γλώσσα (ελληνική), την «Ρωμαίων» (λατινική), τη σλαβική και τη βουλγαρική(60).

γ. Διοικητικό-στρατιωτικό: στην περίπτωση αυτή δηλώνουν την επ
αρχία Μακεδονίας και τον πληθυσμό της, το θέμα Μακεδονίας και τον αξιωματούχο, τον στρατιώτη ή τον κάτοικό του(61).

δ. Εκκλησιαστικό-διοικητικό, που επηρεαζόταν βέβαια από την πολιτική διαίρεση σε επαρχίες, χωρίς ωστόσο να την ακολουθεί αυτόματα και απόλυτα(62).

Πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι το θέμα Μακεδονίας γεωγραφικά κάλυπτε κυρίως τη βόρεια και δυτική Θράκη και αρχικά πρέπει να έφθανε μέχρι τον Στρυμόνα
(63), ενώ προφανώς λόγω παρετυμολογίας για την περιοχή Θεσσαλονίκης χρησιμοποιείται κάποτε το όνομα Θεσσαλία(64)
Άλλοτε πάλι οι κάτοικοι της Μακεδονίας λόγω της υπαρχότητας του Ιλλυρικού αποκαλούνται Ιλλυριοί(65), χωρίς αυτό να σημαίνει ότι απωλέσθηκε το γεωγραφικό ή το ιστορικό περιεχόμενο των όρων Μακεδονία, Μακεδόνες(66).

Αναφερόμενες στα σλαβικά φύλα, τώρα, οι πηγές είναι σαφείς:

αποκαλούν τους επήλυδες 
Σκλαβηνούς, 
Σκλαβίνους, 
Σκλάβους
Σκλαβησιάνους, 
Σθλαβησιάνους, 
Σκλαβογενείς, 
ανδράποδα Σκλαβόα (694-695), 
Σκύθες, 
βάρβαρον φυλήν(67) 
ή, εξειδικεύοντας,
 παραδίδουν το όνομα, με το οποίο εκείνοι αυτοπροσδιορίζονταν
 (Δρογουβίτες, Σαγουδάτοι, Βελεγεζήτες, Βερζήτες, Σμολεάνοι, Σεβέρεις, Βαϊουνήτες και, ίσως, Mηλιγγοί)(68) 
ή τους αποδίδουν όνομα σχετικό με τον άμεσο - «στενό» - τόπο εγκατάστασής τους (οι του Στρυμόνος, Ρυγχίνοι, πιθανόν από τον ποταμό Ρήχιο, Εζερίτες, από σλαβικό ουσιαστικό που σημαίνει λίμνη, έλος)(69) ή άλλη συμβατική ονομασία (επτά γενεαί)(70).

Αντίστοιχα, οι περιοχές, στις οποίες εκείνοι εγκαταστάθηκαν, ονομάστηκαν Σκλαβηνίες ή Σκλαβηνά μέρη
(71) ή έλαβαν το όνομά τους από το ιδιαίτερο όνομα του σλαβικού φύλου (Βερζιτία, Βελζητία, Βαγενετία, Δρουγουβιτία• αναφέρεται επίσης ηΣουβδελιτία)(72)
Ονομασίες από αυτές χρησιμοποιεί το κρατικό και εκκλησιαστικό διοικητικό σύστημα. 

Έτσι, στο «Τακτικόν Escorial» περιλαμβάνεται και ο στρατηγός Δρουγουβιτείας, ενώ έχουν σωθεί μολυβδόβουλλα με ονόματα αξιωματούχων, όπως του Μιχαήλ Σκληρού, πρωτοπροέδρου και αναγραφέως Δρουγουβιτίας, Πέτρου Μόσχου, σπαθαροκανδιδάτου και άρχοντος Δρουγουβιτίας, και ενός βασιλικού πρωτοσπαθαρίου, κριτοῦ επί του Ιπποδρόμου και της Δρουγουβιτίας (το όνομά του είναι αβέβαιο)(73).

Στην εκκλησιαστική οργάνωση αναφέρονται οι επισκοπές Δρουγουβιτίας, Βελικείας και Σμολένων. 
Η πρώτη, τοποθετούμενη στη Ροδόπη, έλαβε μέρος μαζί με την επισκοπή Στρυμόνος στη σύνοδο του 879 για το ζήτημα του Φωτίου, ενώ ο μητροπολίτης Φιλιππουπόλεως έφερε τον τίτλο του εξάρχου Θράκης Δρουγουβιτίας.
 Στην «Διατύπωσιν» του Λέοντος ΣΤ' (αρχές 10ου αιώνος), όμως, στις Επισκοπές της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης περιλαμβάνεται και Επισκοπή Δρουγουβιτίας(74). Όσον αφορά τις Επισκοπές Βελικείας και Σμολένων, αυτές υπάγονταν στη μητρόπολη Φιλίππων(75).

Σχετικά με τον αυτοπροσδιορισμό των Σλάβων, εκτός από τα ονόματα των φυλών τους, ενδιαφέρουσες είναι μερικές ακόμη μαρτυρίες των βυζαντινών πηγών. 

Κατά τα Θαύματα αγίου Δημητρίου ο «ρηξ» των Ρυγχίνων Περβούνδος ανακρινόμενος στη Βασιλεύουσα ομολογεί την πρόθεση του 
«... μηδέπω τοῦ λοιποῦ λόγον εἰρήνης θέσθαι, ἀλλὰ καὶ τὰ προσπαρακείμενα αὐτῷ πάντα ἔθνη συναθροίζειν καὶ διηνεκῶς πολεμεῖν... τὸν οἱονδήποτε χριστιανόν...» 

Στην εξέλιξη της υπόθεσής του, λοιπόν, μετά την εκτέλεσή του, 
«...τα των προαφηγηθέντων Σκλαβίνων έθνη... καθωπλίσαντο κατά της... Θεσσαλονικέων πόλεως...»(76)
Ο Ιωάννης Καμενιάτης, με τη σειρά του, αναφέρει
 «...ἀμφιμίκτους τινας κώμας, ὧν αἱ μὲν πρὸς τῇ πόλει τελοῦσι, Δρουγουβῖταί τινες καὶ Σαγουδάτοι τὴν κλῆσιν ὀνομαζόμενοι...»(77).
Διαπιστώνεται λοιπόν ότι οι όροι οι σχετικοί με τη Μακεδονία αφορούν, στη χρήση τους, μόνο τη βυζαντινή πλευρά. 

Οι Σλάβοι της εποχής στη Βαλκανική 
-και ειδικότερα στο γεωγραφικό χώρο της Μακεδονίας οι Δρουγουβίτες, Στρυμονίτες, Ρυγχίνοι, Σαγουδάτοι -αυτοπροσδιορίζονταν- και ετεροπροσδιορίζονταν- διαφορετικά και ουδείς τότε, Σκλαβήνος ή Βυζαντινός, διανοούνταν κάτι άλλο. 

Συνεπώς η χρησιμοποίηση των όρων «Μακεδονία», «Μακεδόνες», «μακεδονικός», για να δηλωθούν Σλάβοι, αποκλειστικά μάλιστα και σε αντιδιαστολή με τους Έλληνες και ευρύτερα τους Βυζαντινούς, πέραν της σύγχυσης που καλλιεργεί είναι εντελώς αυθαίρετη και δεν ερείδεται στις πηγές.

Η αυθαιρεσία αυτή κάποτε στηρίζεται σε χονδροειδείς απόπειρες παραποίησης των πηγών.
 Στο πλαίσιο αυτό η φράση 
«Σκλάβων Βουλγάρων» 
βυζαντινού εγγράφου(78) μετατρέπεται σε 
«Slavjani-Makedonci»(79) 
σε απ' ευθείας, υποτίθεται, και εντός εισαγωγικών μεταφορά του εγγράφου.

 Άλλοτε πάλι επιχειρούνται επιστημονικές (;) και λογικές ακροβασίες του είδους 

«Σε μια αρμενική βιογραφία του 6ου αιώνα λέγεται ότι αυτήν την εποχή οι Μακεδόνες είχαν εποικήσει ολόκληρη τη Μακεδονία» 
ή του τύπου 
«Τα Μακεδόνικα φύλα τον 7ο αιώνα ήδη εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία, έτσι που εκείνη την εποχή η Μακεδονία έλαβε σλαβική εθνική όψη»(80)

Για οποιονδήποτε στοιχειώδη γνώστη της Αρχαίας Ιστορίας και ειδικότερα της καθόδου των ελληνικών φύλων στη χερσόνησο, της παραμονής των αυθεντικών Μακεδόνων περί την Πίνδο και της μετέπειτα προώθησής τους στην περιοχή της σημερινής Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας πολλούς αιώνες πριν(81)
η πρώτη άποψη αποτελεί μάλλον γραφικότητα,
ενώ η δεύτερη μάλλον γρίφο, ως προς το πώς τα Μακεδόνικα φύλα προσέδωσαν σλαβική εθνική όψη στη Μακεδονία!

Αυθαίρετος επίσης είναι ο όρος «μακεδονικά φύλα», που χρησιμοποιείται για τη δήλωση των σλαβικών φύλων. 

Οι εισβολείς νεήλυδες δεν μπορούσαν να φέρουν το όνομα ενός αρχαίου ελληνικού φύλου, με το οποίο δεν είχαν καμία σχέση ή, προεξαγγελτικά, να αποκαλούνται με το όνομα μιας περιοχής, πριν καν εγκατασταθούν σ' αυτήν. 

Άλλωστε ο κανόνας είναι να λαμβάνει ο χώρος την ονομασία του από τους ανθρώπους (εξ ου και Σκλαβηνίες, Δρουγουβιτία κ.τ.λ.) και όχι οι άνθρωποι από το χώρο• εκτός, εάν επρόκειτο για ομάδες χωρίς κανένα έρεισμα συνείδησης καταγωγής, συλλογικής μνήμης, θεσμών και πεποιθήσεων, που αφομοιώθηκαν αυτόματα, μόλις ήλθαν σ' επαφή με τους Βυζαντινούς, ώστε να απαρνηθούν ή να λησμονήσουν τον «χθεσινό» εαυτό τους, σαν να μην υπήρξε ποτέ. 
Αυτό όμως δεν συμβαδίζει με τον προβαλλόμενο ισχυρισμό ότι οι Σλάβοι αφομοίωσαν τον «ιλλυρικό» εντόπιο πληθυσμό(82).

Ο ισχυρισμός, επίσης, ότι

 «...από την εποχή της σλαβικής εισβολής, στον Θεοφάνη δεν βρίσκουμε το όνομα Μακεδονία αλλά ήδη το αντικαθιστά η Σκλαβηνία ως συνώνυμο...»(83) δεν ευσταθεί. 

Και τούτο, πρώτον διότι ο Θεοφάνης εξακολουθεί να χρησιμοποιεί το όνομα Μακεδονία(84) και μάλιστα πολύ συχνότερα απ' ό,τι προηγουμένως(85). Δεύτερον, γιατί η Σκλαβηνία δεν ήταν μία, αλλά περισσότερες(86), χωρίς ενότητα και διάσπαρτες, η δε διατύπωση του Θεοφάνη είναι συνήθως αόριστη(87), ώστε η ταύτισή τους γεωγραφικά με τη Μακεδονία -και μόνο- να είναι απλή υπόθεση, που καταρρίπτεται από τις πληροφορίες άλλων πηγών(88). Άλλωστε και στον ίδιο τον Θεοφάνη το χωρίο 
«.. .τὰς κατὰ τὴν Μακεδονίαν Σκλαυινίας...», 
όπου αναφέρεται και η Μακεδονία παράλληλα με τις Σκλαβηνίες (πληθυντ.), αναιρεί τον ισχυρισμό αυτό. 
Τρίτον, γιατί, αν εννοείται η Μακεδονία μόνο ως γεωγραφικός όρος, τότε ο χρονογράφος πώς θα εννοούσε τη Θεσσαλονίκη, στις πολλές αναφορές του(89), ή και τους Φιλίπους(90): ως εντός Σκλαβηνίας - συνωνύμου της Μακεδονίας ή εκτός Μακεδονίας- συνωνύμου της Σκλαβηνίας; 
Είναι προφανές, νομίζω, το αστήρικτο του ισχυρισμού. Είναι όμως ενδεικτικό ότι ο εμπρόθετος «κατά την Μακεδονίαν» έγινε επίθετο σε κάποιους ιστορικούς (Σκλαβηνία μακεδονική, μακεδονικές σκλαβηνίες, ή Μακεδονικές σκλαβηνίες), έτσι που ο όρος Σκλαβηνία, που δηλώνει φυλή, δια του συμφυρμού να τείνει να λάβει γεωγραφικό περιεχόμενο, ενώ το επίθετο μακεδονική -ές, πληθυσμιακό- φυλετικό. 
Η παραπλανητική λειτουργία του επιθέτου, αντί του εμπρόθετου, είναι προφανής.

Η χρησιμοποίηση, εξ άλλου, από έναν ιστορικό κύρους, όπως ο Οστρογκόρσκυ, του όρου «Μακεδονική Αυτοκρατορία» (βασίλειο, κράτος), για να δηλωθεί το κράτος του Σαμουήλ, και μάλιστα με κεφαλαία, σαν να πρόκειται για την επίσημη και προκύπτουσα από τις πηγές ονομασία
(91), προκαλεί έκπληξη, ιδιαίτερα, όταν ο ίδιος σημειώνει ότι:

«Το νέο κράτος, από πολιτική και εκκλησιαστική άποψη, αποτελούσε συνέχεια του κράτους του Συμεών και του Πέτρου και θεωρήθηκε τόσο από τον Σαμουήλ όσο και από τους Βυζαντινούς ως το βουλγαρικό κράτος γενικά(92)

Το επιχείρημα ότι το κράτος ήταν μακεδονικό, γιατί η Μακεδονία αποτέλεσε τον πραγματικό πυρήνα του(93), είναι ασθενές για πολλούς λόγους, ένας από τους οποίους είναι ότι βάσει της λογικής αυτής η κατά C. Mango «Αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης» ή η κατά J.B. Bury «Ύστερη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία» (ή «Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία») θα 'πρεπε να αποκληθεί Θρακική ή Θρακομικρασιατική.

 Ένας δεύτερος λόγος είναι ότι τόσο ο ιδρυτής του εφήμερου αυτού κράτους όσο και οι αντίπαλοί του -και αυτό έχει σημασία- κάτι περισσότερο γνώριζαν και δεν το θεωρούσαν «μακεδονικό»(94). Το ίδιο, αν όχι περισσότερο, επισφαλής και αυθαίρετος είναι και ο όρος «Μακεδόνες πρίγκιπες».

Ας εξετάσουμε στη συνέχεια τους όρους 
«αρχαία παλαιομακεδονική λογοτεχνία»
 και «παλαιά μακεδονο-σλαβική γλώσσα»: 

κατ' αρχήν η αρχαία μακεδονική γραμματεία ήταν ελληνική, 

το ίδιο και η βυζαντινή. 

Το έργο του Αριστοτέλη, 
του Φιλίππου του Θεσσαλονικέως 
του Μακεδονίου Υπάτου, 
του Επιγόνου του Θεσσαλονικέως, 
του Αδαίου, 
του Παρμενίωνος, 
του Αντιφάνη, 
του Ποσειδίππου(95) και 
του Μαρσύα από την Πέλλα, 
του Αντιπάτρου του Θεσσαλονικέως, 
του Δαμαίου, του Αμερία, 
του σοφιστή Νικοστράτου, 
του Φιλίππου του Αμφιπολίτη, 
του Πολυαίνου, 
του Ιωάννη Στοβαίου, 
των συγγραφέων των Θαυμάτων αγίου Δημητρίου, 
του Ιωάννη Καμενιάτη, 
του Μιχαήλ Χούμνου, 
του Θεοφυλάκτου και 
του Βασιλείου Αχρίδος, 
του Ευσταθίου, 
του Θωμά Μαγίστρου, 
του Ματθαίου Βλαστάρη, 
του Κωνσταντίνου Αρμενοπούλου, 
του Δημητρίου Τρικλινίου, 
του Φιλοθέου Κοκκίνου, 
των Νείλου και Νικολάου Καβάσιλα, 
του Δημητρίου Κυδώνη 
και άλλων(96), όπως 
και το επιγραφικό υλικό στη Μακεδονία, 
αρχαίο και βυζαντινό(97),

 δεν έχει καμία σχέση σε παλαιότητα, 
ποιότητα, 
πρωτοτυπία, 
όγκο και 
γλώσσα 
με το, προϊόν μεταφράσεων, αρχικά, 
από τους Θεσσαλονικείς αδελφούς Κύριλλο και Μεθόδιο 
και τους μαθητές τους, σλαβικό γραμματειακό υλικό, 
που είναι σημαντικό ωστόσο για τη γραμματεία του σλαβικού κόσμου(98)

Αυτό τούτο το πρωτοποριακό 
εκπολιτιστικό έργο του Κωνσταντίνου-Κυρίλλου, 
της «μεγαλύτερης μορφής της Μακεδονίας από την εποχή του Αλεξάνδρου»(99) μαρτυρεί τη σπουδαία ελληνική πολιτισμική υποδομή της Μακεδονίας την εποχή εκείνη(100).

Η μακεδονική, πάλι, ήταν διάλεκτος της αρχαίας ελληνικής
(101)
και δεν είχε καμία σχέση με την παλαιοσλαβική, 
που πολλούς αιώνες αργότερα μιλούσαν τα σλαβικά φύλα. 

Για την αποφυγή συγχύσεων θα 'πρεπε να αποφεύγεται η χρήση του όρου, έστω και ως πρώτου συνθετικού, για τη δήλωση σλαβικής γλώσσας για πολλούς λόγους: 

πρώτον, διότι η ονομασία μιας γλώσσας δηλώνει εκείνους που την ομιλούν κι όχι γεωγραφικό χώρο• 
δεύτερον, διότι στο συγκεκριμένο χώρο, τη Μακεδονία, ομιλούνταν προ πολλών αιώνων και συνέχισε να ομιλείται επί Βυζαντίου και έως σήμερα η ελληνική, συνεπώς ο όρος «μακεδονική» ως γεωγραφικός της ανήκει πολύ περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη γλώσσα. 
Τρίτον, διότι βάσει της αυθαίρετης άποψης, που βάπτισε αυτήν την παλαιοσλαβική και την εξέλιξή της «μακεδονική», θα 'πρεπε η διάλεκτος που ομιλούσαν οι Βελεγεζήτες, παλαιοσλαβική και αυτή και ίδια, πιθανότατα, με των Δρουγουβιτών, να ονομασθεί «Θεσσαλική», των Μηλιγγών και των Εζεριτών «πελοποννησιακή», άλλων φύλων «δαρδανική», «δακική», «ιλλυρική», «θρακική», «μικρασιατική», κ.τ.λ.! Ο παραλογισμός, η σύγχυση και η μη ενιαία μεθοδολογική αντιμετώπιση είναι προφανείς(102).

Όσον αφορά τους σύνθετους όρους «Σλάβοι-Μακεδόνες» κ.τ.λ., η χρήση τους θέτει τα εξής προβλήματα:

1. Όσοι χρησιμοποιούν την ορολογία αυτή, χρησιμοποιούν αντίστοιχα τους όρους Ελληνο-Μακεδόνες η Βυζαντινο-Μακεδόνες, για να διακρίνουν τα σλαβικά φύλα από τους δεύτερους; Ουδείς το πράττει, μολονότι όλοι τώρα παραδέχονται ότι παρέμεινε μετά τις σλαβικές επιδρομές βυζαντινός και δη ελληνικός πληθυσμός κι όχι μόνο στις πόλεις. Εκτός εάν αυτοί οι ιστορικοί θεωρούν ως αυτονόητο, δεδομένο και μη χρήζον ιδιαίτερης μνείας το προσωνύμιο Μακεδόνες για τους Έλληνες της περιοχής, οπότε οφείλουν να το χρησιμοποιήσουν με περίσκεψη, ακριβώς, για να μη καλλιεργείται σύγχυση.

2. Χρησιμοποιούν μήπως, για να δηλώσουν άλλα σλαβικά φύλα αντίστοιχους όρους, όπως 
«Σλάβοι-Δάρδανοι», 
«Σλάβοι-Ιλλυριοί», 
«Σλάβοι-Μυσοί», 
«Σλάβοι-Δάκες»,
 «Σλάβοι-Θεσσαλοί», 
«Σλάβοι-Πελοποννήσιοι», 
«Σλάβοι-Θράκες», 
«Σλάβοι-Βιθυνοί», ώστε να υπάρχει ενιαία μεθοδολογική αντιμετώπιση; 

Λίγοι το πράττουν, συνήθως επιλεκτικά σε ό,τι αφορά την ελληνική χερσόνησο(103), με ενίοτε παράδοξα αποτελέσματα: «Slowianom macedonskim i greckim» (!)(104). Μπορούμε εδώ να επαναλάβουμε τη γνώμη του P. Lemerle για ανάλογη ορολογία (Slaves Valaques, Slaves Roumains): «dénominations trompeuses et aeviter»(105).

3. Αυτή η σύνθεση δεν προκύπτει από τις πηγές. Το χρονικόν Πασχάλιον, π.χ. αναφέρει Συρομακεδόνας(106), ανώνυμο χρονικό του Άθω μνημονεύει Βλαχορηχίνους(107), ο Καμενιάτης αναφέρεται σε ἀμφιμίκτους κώμας Δρουγουβιτῶν και Σαγουδάτων(108), ο Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος σεΣκλάβους γείτονες των Γραικών(109), ο Θεοφάνης σεΓοτθογραίκους(110), ο Προκόπιος σε Ταυροσκύθας(111), αλλά «Σλάβους-Μακεδόνες» δεν συναντούμε πουθενά στις πηγές.

4. Αυτή η γενικευτική ορολογία μπορεί να καλλιεργήσει και μία άλλου είδους παραπλανητική εντύπωση και σύγχυση: 
παρουσιάζει τους Σλάβους, που διεσπάρησαν και στη Μακεδονία σαν κάτι ενιαίο, ενώ ήταν διασπασμένοι, και αγνοεί τα ονόματά τους που προκύπτουν από τις πηγές.
 Τοπικός προσδιορισμός 
-και πάντως όχι με τη μορφή του επιθέτου- θα ήταν νοητός, προς διάκριση από άλλα σλαβικά φύλα, μόνο αν δεν ήταν γνωστά τα ονόματά τους.

Καταλήγουμε λοιπόν ότι για τον σαφή προσδιορισμό των σλαβικών φύλων, που εγκαταστάθηκαν στη Μακεδονία μετά τις σλαβικές επιδρομές των πρώτων δεκαετιών της μεσοβυζαντινής περιόδου, για να αφομοιωθούν στη συνέχεια, αρκούν τα ονόματά τους που διασώζουν οι πηγές, ενώ για την τοποθέτησή τους στο χώρο, αν είναι αναγκαία, 
επιβάλλεται προς αποφυγήν συγχύσεων και πλανών 
η γενική «της Μακεδονίας» ή ο εμπρόσθετος «στη Μακεδονία»(112)

Απορρίπτεται ως εντελώς αυθαίρετος και παραπλανητικός ο προσδιορισμός τους με το προσωνύμιο «Μακεδόνες» και τα παράγωγά του. 
Πόσο μάλλον, όταν την ελληνική ιστορική παράδοση -και δη τη μακεδονική- διαφυλάσσει με υπερηφάνεια ο βυζαντινός κόσμος και ιδιαίτερα ο ελληνισμός της Μακεδονίας(113).

Η περίπτωση της αυθαίρετης και καταχρηστικής χρησιμοποίησης των όρων «Μακεδονία» - «Μακεδόνες», «μακεδονικός» ανακαλεί στη μνήμη τη θουκυδίδεια ρήση: 
«καὶ τὴν εἰωθυῖαν ἀξίωσιν των ὀνομάτων ἐς τὰ ἔργα ἀντήλλαξαν τῇ δικαιώσει»(114)

Όπως όμως σημειώνει ένας σύγχρονος διανοητής: 

«Ἡ ἱστορία εἶναι ὁ μεγαλύτερος ἐχθρὸς τῶν ἠθικῶν καὶ πνευματικῶν αὐθαιρεσιῶν. Μᾶς ἐμποδίζει νὰ ἑρμηνεύουμε τὶς λέξεις «τῇ δικαιώσει» -κατά το δοκοῦν. Μὲ τὴν ἱστορία ἔχουμε, ἀναγκαστικά, ἕνα μέτρο σύγκρισης, ἕνα σημεῖο ἀναφορᾶς»(115)

Αν, λοιπόν, η ιστορία γράφηκε, για να παραμείνει κτήμα των ανθρώπων ἐς αἰεί(116), οφείλουν όλοι, και ιδιαίτερα οι ιστορικοί, να μη λησμονούν τις ανωτέρω παρατεθείσες κρίσεις. 




Σημειώσεις



1. Βλ. G. Orwell, 1984. Ελληνική έκδοση: Αθήνα 1978, 57-59, 297-309.

2. Βλ. Ι. Καραγιαννόπουλος, Το βυζαντινό κράτος (Νέα έκδοση), Θεσσαλονίκη 1993, 31 -C. Mango, Byzantium. The Empire of New Rome, London 1980. Ελληνική έκδοση Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης (Μ.Ι.Ε.Τ.): Βυζάντιο. Η αυτοκρατορία της Νέας Ρώμης, Αθήνα 1988, 15-16.

3. Βλ. Μ. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, Το «Μακεδόνικο Ζήτημα». Ιστορική θεώρηση του προβλήματος3, Ελληνική Επιτροπή Σπουδών Ν.Α. Ευρώπης. Κέντρο Σπουδών Ν.Α. Ευρώπης, Αθήνα 1993, 22. Στο εξής: Το «Μακεδόνικο Ζήτημα».

4. Βλ. Fr. Brunet., "Sur l’Hellénisation des toponymes slaves en Macédoine Byzantine", Travaux et Mémoires 9 (1985), 235-265, 236 n. 1. -Ν. Ανδριώτης, To Ομόσπονδο κράτος των Σκοπίων και η γλώσσα του3, ΑΘήνα 1992, 33-34. Στο εξής: Κράτος των Σκοπίων. 

5. Βλ. Γ. Χατζιδάκις, Περί τοῦ ἑλληνισμοῦ τῶν ἀρχαίων Μακεδόνων 26-33. -Ο ίδιος, Καί πάλιν περί τοῦ ἑλληνισμοῦ τῶν ἀρχαίων Μακεδόνων 63-112. -Μ. Σακελλαρίου, Η εθνικότητα των Μακεδόνων 124-135. -Ι. Καλλέρης, Το ζήτημα τῆς καταγωγῆς τῶν Μακεδόνων 143-159. -Γ. Μπαμπινιώτης, Η θέση της Μακεδονικής στις αρχαίες ελληνικές διαλέκτους. Το πρόβλημα της κατατάξεως της αρχαίας Μακεδονικής διαλέκτου 161-180. -Α. Παναγιώτου, Η γλώσσα των επιγραφών της Μακεδονίας 181-194. -Α. Θαβώρης, Η ελληνική διάλεκτος των αρχαίων Μακεδόνων και τα σημερινά νεοελληνικά ιδιώματα της Μακεδονίας (και της άλλης βόρειας Ελλάδας) 195-206. -Ν. Ανδριώτης, Τό Ὁμόσπονδο κράτος τῶν Σκοπίων καί ἡ γλῶσσα του 207-258. -Γ. Ντελόπουλος, Η Μακεδονία στην Ιστορική Συγκριτική Γλωσσολογία των Βαλκανίων 265-274, 268-271, εν: Η γλώσσα της Μακεδονίας. Η αρχαία Μακεδονική και η ψευδώνυμη γλώσσα των Σκοπίων (Επιστημονική Επιστασία - Εισαγωγή: Γ. Μπαμπινιώτης), Αθήνα 1992. Στο εξής: Η γλώσσα της Μακεδονίας.

5. Τοιοῦτον ἡμῖν τῇ πόλει τὸ ἦθος, καὶ οὕτως ἀκριβῶς καὶ μετὰ παντὸς τοῦ γιγνομένου, τοὺς Ἑλλήνων ἔσωσε νόμους, οὐ πρὸς ρήματος μόνον σφίσιν κοινωνήσασα».

6. Βλ. Γ. Μπαμπινιώτης, Εισαγωγή XIX εν: Η γλώσσα της Μακεδονίας: "Έτσι λ.χ. ο μεγάλος Ιταλός ινδοευρωπαϊστής γλωσσολόγος Vittore Pisani γράφει "πράγματι ο όρος μακεδονική γλώσσα είναι προϊόν πολιτικής ουσιαστικά προέλευσης".

7. Βλ. H.W. Dewey, "Slavic Languages and Literatures", εν: Dictionary of Middle Ages t. 11 (1988), 340-348, 341. -Ν. Ανδριώτης, Κράτος των Σκοπίων 44-47.

8. Οι αγιολογικές πηγές και εν προκειμένω ο Βίος Μεθοδίου, έκδ. Ι. Αναστασίου, Βίος Κωνσταντίνου-Κυρίλλου, Βίος Μεθοδίου (Μετάφραση), Βίος Κλημέντος Ἀχρίδος, Ε.Ε.Θ.Σ. 12 (1967) 111-200 (Βίοι σελ. 118-184), 149-161, 153 και 195 σημ. 35, θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται με τη δέουσα επιφύλαξη, όταν μεταφέρουν -υποτίθεται αυτούσιους- τους λόγους ιστορικών προσώπων, ιδιαίτερα μάλιστα, όταν δεν υπάρχει άλλη σχετική επιβεβαίωση και όταν αφθονούν οι μαρτυρίες περί του αντιθέτου. -Ιωάννης Καμενιάτης, Εἰς τὴν ἅλωσιν τῆς Θεσσαλονίκης, έκδ. G. Böhlig, loannis Caminiatae de expugnatione Thessalonicae, Berlin-New York 1973, 11. 88-95: «Οὕτω δὲ πανταχόθεν εὐθηνουμένη καὶ πλεονάζουσα, ταῖς τεχνικαῖς τε καλλυνομένη μεθόδοις καὶ ταῖς τῶν οἰκημάτων ὑπερηφανευομένη λαμπρότησιν, ἆρα ταῖς ἐκ τῶν νόμων παρατηρήσεσιν ταῖς περὶ τὸ πολίτευμα τάξεσιν ταῖς περὶ λόγους αὐχήσεσιν ἐφαίνετο τῶν ἄλλων ἐνδεῶς ἔχουσα; οὐμενοῦνἐσπουδάζετο γὰρ αὐτῇ γνῶσις ὡς ὀφθαλμοῖς βλέψις καὶ εὐνομία ὡς ζωῆς πραγματεία, καὶ εἶδες ἄν περὶ μηδὲν ἄλλο την νεάζουσαν τῶν παίδων κήραν σχολάζουσαν περί λόγους, ἐξ ὧν ἐπιστῆμαι καὶ τέχναι τὸ κράτος ἔχουσι». Είναι αυτονόητο ότι ο Καμενιάτης στο έργο του, γραμμένο σε άψογη ελληνική, όπως κι όλα όσα γράφηκαν στη Θεσσαλονίκη, δεν αναφέρεται σε σλαβική γλώσσα της εποχής, απ' όπου «παίρνουν τη δύναμή τους οι επιστήμες και οι τέχνες». Η Θεσσαλονίκη συγκρινόμενη με τις άλλες πόλεις της αυτοκρατορίας, στις αρχές του 10ου αιώνα, σε ό,τι αφορά την πνευματική δραστηριότητα και τη μόρφωση όχι μόνο δεν υστερεί αλλά διακρίνεται. -Νικολάου Καβάσιλα προσφώνημα εις τον ένδοξον του Χριστού μεγαλομάρτυρα Δημήτριον τον μυροβλήτην, έκδ. Θεοφ. Ἰωάννου, Μνημεῖα ἁγιολογικά, Βενετία 1884, 67-114, 70 κεφ. 4-5: «Πολλῶν γὰρ ὄντων ἃ κεκόσμηκε τὴν πόλιν, μέγιστον εἰς ἐπαίνους καὶ αὐτῇ μάλα πρὸς τρόπου, τὸ καὶ λόγων δυνάμει δυνηθῆναι διενέγκαι τοσοῦτον, ὡς ἐνθένδε μᾶλλον ἢ τῶν ἄλλων ἔχειν τὸ θαῦμα. Οὕτω γὰρ Ἑλληνίδων διαφερόντως λόγων μετέχει, καὶ τοσοῦτον αὐτῇ περίεστι καί τουτωνὶ τῶν χαρίτων, ὥστ' αὐτήν μὲν ἑαυτῇ πρὸς ταυτηνὶ τὴν εὐδαιμονίαν ἀρκεῖν, αἰτίαν δὲ καὶ ταῖς ἄλλαις τουτωνὶ δυνηθῆναι γενέσθαι, καθάπερ ἀποικίαν τινά ποιησαμένην τοὺς λόγους κατά τους Άθήνησι τῆς πόλεως ἀρχηγούς. Οὔκουν οὐκ ἔστιν οὐδείς, οἶμαι, τῶν νῦν ἁπανταχοῦ τῆς ἡμετέρας Ἑλλήνων, ὅς οὐχ ὥσπερ εἰς πρόγονον τήν πόλιν ἀνάγει, καὶ τῆς ἔν αὐτῷ μούσης μητέρα τίθεται, καί γε σεμνός ἡγεῖται δόξειν τὸ γένος εἰπών. Ρήτορας δὲ ἀγαθούς, ἢ τοὺς Πλάτωνος καὶ Ἀριστοτέλους ἑταίρους, τίς οὕτω πασῶν ἑκάστοτε τίκτει, ὥσπερ ἀναγκαίαν τινα φοράν τῷ βίω ταυτηνί συντελοῦσα, παντοδαπῶν μὲν λόγων τεχνίτας, βιβλία δὲ τίκτοντας μουσῶν μεν καί χαρίτων ὡς εἰπεῖν πρυτανεῖα, παισὶ δὲ Ἑλλήνων ραστώνην; οἷς οὐκ ἔστιν ὅς συγγεγονώς, οὐκ ἀμείνων ἐφάνη, καὶ τὴν γλῶτταν ἀγαθὸς ἐγένετο κατ' Εὐριπίδην, καὶ εἰ ἄμουσος ἦν τὸ πρίν, καὶ τὴν Ἑλλήνων εὐθὺς ἀφῆκε, τῶν βιβλίων κινούντων ὥσπερ ἅ φασι τῶν ὑδάτων, μένος μαντικῆς τοῖς γευομένοις ἐμπνεῖν. Ὀρφέως γε μὴν μουσικήν καὶ τὴν κατ' αὐτήν ἁρμονίαν καὶ τὸ ἐπαγωγόν καὶ τὸ θέλγειν καί πάντα ταῦτα, οὐδέσιν ἄλλοις εἰκάσαις ἄν ἐντυχών. 

9. Οι Σλάβοι επιδρομείς εντάσσονται στον κόσμο των βαρβάρων κατά τις βυζαντινές πηγές και η γλώσσα τους είναι βαρβαρική. Θαύματα ἁγίου Δημητρίου, έκδ. P. Lemerle, Les plus anciens recueils des mirades de Saint Démétrius et la pénétration des Slavesdans les Balkans I. Le texte, Paris 1979, 126. 6-8: «Βάρβαροι περὶ τὸ τεῖχος, ὦ ἄνδρες πολῖται, ἀπροσδοκήτως ἐφάνησαν, ἀλλὰ σὺν ὅπλοις ἅπαντες ὑπὲρ τῆς πατρίδος ὁρμήσατε.», 128. 1-2: «...καί τίνα τῆς βαρβαρικῆς κραυγῆς σημεῖα διὰ τῆς ἐθάδος ἀκοῆς ἐπεγίγνωσκον...» (επιδρομή του «ἐπιλέκτου ἄνθους παντὸς τοῦ τῶν Σκλαβίνων ἔθνους»), 148. 3-4: «...Πολλοὶ γὰρ αὐτῶν... προσρυέντες τοῖς ἄρχουσι τῆς πόλεως, ὡμολόγουν λέγοντες δι' ἑρμηνέως...» (αβαρο-σλαβική πολιορκία), 150. 31-32: «...ὡς μεμεστῶσθαι τὰ μὴ χρηματίζοντα δημόσια βαλανεῖα τῶν ἐκ τῆς βαρβαρικῆς πληθύος μεταχωρούντων...», 177.9: «...ἅπαν τὸ βάρβαρον φῦλον ὁμοθυμαδὸν ἀνακράξαν...», 187. 4-5: «...τῶν βαρβάρων ἄλλως ἀλλαχόσε θορυβούντων...», 195. 25-26: «Τῶν οὖν ἀνεκλαλήτων τούτων θαυμάτων καὶ ἐκ τῶν βαρβάρων κηρυττομένων...», 215. 13, 16-17, 220.24: «Καί ἔφυγε πᾶσα ἡ βάρβαρος φυλή...», 229. 21-22: «...καὶ τὴν καθ' ἡμᾶς ἐπιστάμενον γλῶσσαν καί τὴν 'Ρωμαίων, Σκλάβων καί Βουλγάρων...», 238. 7: «... ὁ ποιμήν ὑμῶν θηρσὶ βαρβαρικοῖς εὐάλωτός ἐστιν;». 

10. Θαύματα ἁγίου Δημητρίου 209. 29-31:«... ὁ ρήξ Περβοῦνδος, ὡς φορῶν ρωμαῖον σχῆμα καὶ λαλῶν τῇ ἡμετέρᾳ διαλέκτῳ, ὡς εἷς τῶν πολιτῶν ἔξεισι τῆς ἐν Βλαχέρναις πύλης...», 220. 2-3: «...αὐτίκα πιστεύσας εἰλικρινῶς τῷ Θεῷ καί τῷ ἁγίῳ μάρτυρι Δημητρίῳ, τοῦ ἀχράντου βαπτίσματος κατηξιώθη...» - Ἰωάννης Καμενιάτης 10. 57-60: «Ἦν οὖν ταῖς ρηθείσαις αἰτίαις ἀνωτέρα κινδύνου παντός ἡ πόλις. ἐξ ὅτου γὰρ ἡ κολυμβήθρα τοῦ θείου βαπτίσματος τὸ τῶν Σκυθῶν ἔθνος τῷ χριστωνύμῳ λαῷ συνεμόρφωσε καὶ τὸ τῆς εὐσεβείας γάλα κοινῶς ἀμφοτέροις διείλετο, πέπαυτο μὲν ἡ τῶν πολέμων στάσις...». Βλ. Srpska Akademija Nauka, Vizantološki Institut, Vizantiški izvori za istoriju naroda Jugoslavije, t. 1, Beograd 1955, 213 n. 60a: «Iz ovog izlazi da u ovo vreme Drogubiti, a verovatno i druga plemena iz okoline Soluna, priznaju carski vlast, što znači da je proces njihove hristijanizacije i helenizacije već otpočeo...» (=«Απ' αυτό», δηλαδή από το αίτημα του Κούβερ προς τον αυτοκράτορα να δώσει εντολή στους Δρουγουβίτες να εφοδιάσουν τους «Σερμησιάνους» του, «βγαίνει ότι αυτήν την εποχή οι Δρουγουβίτες, και πιθανόν και άλλα φύλα από τα περίχωρα της Θεσσαλονίκης, αναγνωρίζουν την αυτοκρατορική εξουσία, το οποίο σημαίνει ότι ήδη άρχισε η διαδικασία εκχριστιανισμού και εξελληνισμού τους...»). Στο εξής: Vizantiski izvori I. 

11. Βλ. H.W. Dewey, Slavic Languages and Literatures 345. Arn. Toynbee, The Greeks and their Heritage, Oxford University 1981. Ελληνική έκδοση: Οι Έλληνες και οι κληρονομιές τους, Αθήνα 1992, 138: «Η πιο ξεχωριστή περίπτωση στην ιστορία είναι η επινόηση από τον Κωνσταντίνο-Κύριλλο, τον 9ο αιώνα, ενός αλφαβήτου για την απόδοση της μακεδονικής διαλέκτου της σλαβονικής γλώσσας...).

12. Βλ. H.W. Dewey, Slavic Languages and Literatures 341.

13. Βλ. Γερ. Κονιδάρης, Εκκλησιαστική Ιστορία της Ελλάδος από της ιδρύσεως των εκκλησιών αυτής υπό του αποστόλου Παύλου μέχρι σήμερον (49/50-1951), τ. Α', εν Αθήναις 1954-1960, 310-321. Στο εξής: Εκκλησιαστική ιστορία Α'.

14. ο. π. 495. -Γ. Θεοχαρίδης, Ἱστορία της Μακεδονίας κατά τους μέσους χρόνους (285-1354), θεσσαλονίκη 1980, 38-39. Στο εξής: Ιστορία της Μακεδονίας.

15. Βλ. Γερ. Κονιδάρης, Εκκλησιαστική ιστορία Α' 442-444, 455-459, 435-437, 465-467, 483-484, 489, 493-503, 503-510, 523-536.-Ε. Honigmann, «La liste originale des pères de Nicée. A propos de l’Eveche de «Sodoma» en Arable». Byzantion 14 (1939) 17-76, 48. 190, 191.

16. Βλ. Djoko Slijepčević, The Macedonian Question. The Struggle for Southern Serbia (Transl. by J. Larkin), The American Institutefor Balkan Affairs, Müunchen x.x., 9: «It has never precisely stated what is to understand by the expressions «Macedonia» and the «Macedonian people...»

17. Βλ. Αλκμήνη Σταυρίδου-Ζαφράκα, Θεσσαλονίκη, «πρώτη πόλις Θετταλίας», εν: ΚΔ' Δημήτρια. Γ' Επιστημονικό Συμπόσιο: Χριστιανική Θεσσαλονίκη από της Ιουστιανείου εποχής έως και της Μακεδονικής Δυναστείας, Θεσσαλονίκη 1991, 63-77, 68. Στο εξής: Θεσσαλονίκη, «πρώτη πόλις Θετταλίας». -Ν. P. Andriotes, «History of the Name «Macedonia», Balkan Studies 1 (1960), 142-148. -M. Weithmann, Die slavische Bevölkerung auf der grieghischen Halbinsel. Ein Beitrag zur historischen Ethnographie Sudesteuropas, Münhen 1978, 19. Στο εξής: Die slavische Bevölkerung.

18. Βλ. Orde Ivanoski, Makedonskite Sloveni od VI do IX veka (=Οι Μακεδόνες Σλάβοι από τον 6ο ως τον 9ο αιώνα), Skopje 1962, 18-23, 29-31. -D. Vlahov, Makedonija. Momenti od istorijata na makedonskiot narod (=Μακεδονία. Στιγμιότυπα εκ της ιστορίας του μακεδονικού έθνους), Skopje 1950, 43-44. Στο εξής: Makedonija. -Branko Panov, «Opsteštveno-političkite priliki vo Strumičkata oblast od krajot na VI do početokot na X vek» (=Κοινωνικο-πολιτικές συνθήκες στην περιοχή της Στρώμνιτσας από το τέλος του 6ου ως την αρχή του 10ου αιώνα), Glasnik na Institutot za Nacionalna Istorija, god 5 (19612). Skopje 201-243, 212, 213, 215. Στο εξής: Strumičkata oblast. -Mih. Apostolski, Makedonija. Strategiska, ekonomska i kulturna položba, εν: Spomenici za srednovekovnata i ponovata istorija na Makedonija (Institut za istražuvanje na staroslovenskata kultura), t. 5, Prilep 1988. 9-24, 13. -Istorija na Makedonskiot Narod I, Skopje 1969, 80-84, 90, 97, 99, 107-109, 112. Στο εξής: Istorija -J.Β.Bury, A History of the Eastern Roman Empire from the fall of Irene to the Accession of Basile I (802-867), London 1912, 371: «It has been conjectured (V. N. Zlatarski, Izvestijata 38) that the Macedonian Slavs, infected by rebellious movements of the Slavs in Greece, were in a disturbed state...». Επισημαίνεται η «εσωτερική» διαφορά στις εκφράσεις: Macedonian Slavs και Slavs in Greece αντί Greek Slavs, αναλογικά. -Κ. Hattersley-Smith, Byzantine Public Architecture between the Fourth and Early Eleventh Centuries A.D., with Special Reference to the Towns of Macedonia (D. Phil. Thessis), Oxford 1988, 59 (αδημοσίευτη). 

19. Στο σλαβικό ιδίωμα της πρώην γιουγκοσλαβικής «Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας» αποδίδεται με τις μορφές Makedonskite Sloveni, Makedonskite Slavjani, Makedonskite Sklavini. Για τη σημασία των επιθέτων σε -ski, που μεταξύ των άλλων δηλώνουν γένος, καταγωγή, βλ. Kr. Kepeski, Gramatika na makedonskiot literaturen jazik za učilištata za sredno obrazovanie, Skopje 1975, 105. Στο εξής: Gramatika. -Bl. Koneski, Gramatika na makedonskiot literaturen jazik, del I i II, Skopje 1967 (Φωτομηχανική ανατύπωση: Skopje 1976) 315.

20. Vizantiski izvori I 186, 200 n. 33a, 205 n. 42, 222 n. 10, 223 n. 13, 226 n. 23, 243 n. 13, 245, 251 n. 5, 254 n. 4, 268 n. 6, 269 n. 2. -B. Grafenauer, «Kronološka vprašanja selitve Juznih Slovanov ob podatkih spisa Miracula S. Demetrii», Zbornik Filozofske Fakultete 2 (Ljubljana 1955) 21-54, 31, 52-53. Στο εξής: Kronološka vprašanja. -Al. Avenarius, «Die Awaren und die Slaven in den Miracula Sancti Demetrii», Βυζαντινά 5 (1973) 9-27, 25-26, -J. Ferluga, Byzantium on the Balkans, Amsterdam 1976, 247. -M. Weithmann, Die slavische Bevölkerung 128: «makedonischen Slaven» αλλά και «Slaven in Makedonien» (ibid 47).

21. Βλ. Istorija I 130.

22. Βλ. Istorija I 131, 141. -D. Vlahov, Makedonija 43.

23. Βλ. VI. Popović, «Les témoins archéologiques des invasions avaro-slaves dans l’ Illyricum byzantin», Mélanges de l’Ecole Française de Rome 87 (19751), 445-504, 490. Στο εξής: Les témoins archéologiques. -Idem, Aux origines de la slavisation des Balkans: la constitution des premières Sklavinies macédoniennes vers la fin du Vie siècle», Academie des Inscriptions et Belles-Lettres. Comptes rendus des séances de l’ annee 1980, Janvier-Mars, Paris 1980, 230-257, 251. Στο εξής: Les Sklavinies macédoniennes. -Idem, Note sur l’habitat paléoslave, Appendice IV εν: Ρ. Lemerle, Les plus anciens recueils des miracles de Saint Démétrius et la pénétration des Slaves dans les Balkans II. Commentaire, Paris 1981, 235-241, 235. -P. Lemerle, «La composition et la chronologie des deux premiers livres des Miracula S. Demetrii», Byzantinische Zeitschrift 46 (1953) 349-361, 358. -P. Mijiković-Pepek, «L’arcitecture chrétienne chez les Slaves macédoniens à partir d' avant la moitié du IXe siècle jusqu' à la fin du XIIe siècle» εν: The 17th International Byzantine Congress, Major Papers, N. York 1986, 483 κ. εξ. 24. Βλ. Istorija I 101, που αναφέρεται στον Κλημέντα Αχρίδος. 

25. Βλ. D. Vlahov, Makedonija 44, που παραποιεί το περιεχόμενο της πηγής μετατρέποντας το «Σκλάβων Βουλγάρων» σε «Slavjani-Makedonci». -F. Dvornik, La Vie de Saint Grégoire le Décapolite et les Slaves Macédoniens au IXe siècle, Paris 1926. Ο ίδιος όμως, Les Slaves. Byzance et Rome au IXe siècle, Paris 1926, 51: «Slaves de Macédoine».

26. Βλ. Β. Grafenauer, Kronološka vprašanja 25.

27. Βλ. Istorija I 116. -Br. Panov, Strumickata oblast 212.

28. Βλ. Istorija I 123.

29. Βλ. Istorija I 130-131. -D. Vlahov, Makedonija 43. -Vizantiski izvori I 208-209 n. 46.

30. Βλ. Μ. Pavlović, «Najstariji makedonsko-plemenski nazivi i principi nastanka etnonima», Cetvtro zasedanije na Medjunarodna Komisija za slovenska onomastika, Skopje 1971, 115-138.

31. Βλ. Vizantiski izvori I 222 n. 9.

32. Βλ. VI. Popović, Les témoins archéologiques 450-451. -Idem, Les Sklavinies macédoniennes 256.

33. Βλ. Istorija I 89-90.

34. Βλ. Fr. Dölger, «Ein Fall slavinscher Einsiedlung im Hinterland von Thessalonike im 10. Jahrhundert», Sitzungsberichte der Bayerischen Akademie der Wissenschaften, Philosophisch-historische Klasse, Jahrgang 1952, Heft 1, 1-28, 4. Στο εξής: Hinterland von Thessalonike.-B. Grafenauer, Kronoloska vprašanja 31, 38. -G. Ostrogorski, Vizantija i Sloveni: Vizantijsko-južnoslovenski odnosi. Politički odnosi 21-44 (=Vizantsko-južnoslovenski odnosi εν: Enciklopedija Jugoslavije 1, Zagreb 1955, 591-599, 24. Στο εξής: Vizantijsko-juznoslovenski odnosi.

35. Βλ. Istorija I 92.

36. Βλ. Vizantiski izvori I 230 n 41, 222 n. 9.

37. Βλ. Istorija I 115 (αναφορά στον 10ο αιώνα και στους Βογομίλους), 108.

38. Βλ. Vizantiski izvori I 188 n. 3 (όπου και Θράκες Δραγουβίτες).

39. Βλ. Β. Grafenauer, Kronoloska vprašanja 43, όπου και Θεσσαλοί Βελεγεzήτες και ηπειρώτες Βαϊουνήτες.

40. Βλ. Istorija I 110.

41. Βλ. Β. Prokić, «Jovan Skilica kao izvor za istoriju maćedonske slovenske države», Glas SAN LXXXIV (1910) 81-82.

42. Βλ. G. Ostrogorski, Vizantijsko-južnoslovenski odnosi 29: «Tek 986 mogao je car Vasilije II (976-1025) da preduzme svoj prvi pohod protiv Makedonskog Carstva» - idem, Geschichte des byzantinischen Staates, München 1963, 250,255, όπου αποκαλεί το κράτος του Σαμουήλ makedonische Reich. Βλ. ελληνική έκδοση: Ιστορία του Βυζαντινού Κράτους τ. Β' , Αθήνα 1979, 184 και σημ. 216, 190.

43. Βλ. Istorija I 99.

44. ο.π. 102.

45. ο.π. 101, όπου και η άποψη πως η αρχαία «παλαιομακεδονική λογοτεχνία» εμπλουτίσθηκε με μεταφράσεις από την ελληνική γλώσσα!

46. Διάχυτο είναι το πνεύμα αυτό στην παρατιθεμένη άποψη του G. Ostrogorsky, «Byzantium and the South Slavs», The Slavonic and East European Review 42 (1963-4), 1-14, 13: «The influence of Byzantium was particularly intensive in those countries which had remained under Byzantine rule over long periods and were incorporated as provinces in the Byzantine empire such as for instance Bulgaria and particularly Macedonia. Macedonia was in fact the channel through which Byzantine cultural and political influence was disseminated and overflowed into the neibouring Slav countries. During the greater part of her mediaeval-and also more recent -history Macedonia was ruled by one of the neighbouring states. With the exception of the heroic period of Samuel's empire, it did not have the opportunity to develope its own state institutions but the importance of this central Balkan area in the historical development of the Balkan peninsula is extraordinary great. It was constantly claimed by each of its more powerful and better organised neighbours and, as a rule, hegemony over Balkans was concentrated in the hands of that Balkan state which happened to hold Macedonia at the time.» «To στερεότυπο της «Μακεδονίας» -θύματος των γειτόνων της, αφετηρία συσπειρωτικού αλυτρωτισμού, είναι ενδεικτικό. Η ταύτιση του όρου Μακεδονία με το σλαβικό στοιχείο, επίσης. Βλ. σχετικά και Thomas S. Noonan, «Slavs»: Dictionary of Middle Ages t. 11 (1988), 348: «The Slavic settlement of the Balkans led to the birth of the South Slavs, the ancestors of the modern Bulgarian, Serbian, Croatian, Macedonian, and Slovenian peoples».

47. Οι φράσεις αυτές στο σλαβικό ιδίωμα των Σκοπίων αποδίδονται με na ή vο + όνομα: βλ. Kr. Kepeski, Gramatica 138-139.

48. Βλ. Μαν. Τριανταφυλλίδης, Τα οικογενειακά μας ονόματα, Θεσσαλονίκη 1982, 23 κ. εξής («Εθνικά»).

49. Θεοφάνης, Χρονογραφία, έκδ. C. de Boor, Theophanis Chronographie I, Lipsiae 1883, ανατύπωση: Hildesheim 1963, 430.21-22.

50. Κωνσταντίνος Ζ' Πορφυρογέννητος, Περί θεμάτων, έκδ. A. Pertusi, Constantino Porfirogenito, De thematibus, Indroduzione, testo critico, commento (Studi e Testi 160), Citta de Vaticano 1952, 89.1-7.

51. o.π. 86. 1.

52. ο.π. 87. 13-14. -Ἰωάννης Μαλάλας, Χρονογραφία, έκδ. L. Dindorf, Ιoannis Malalae, Chronographia, Bonnae 1831, 190. 12-191. 1, 192. 1-4, 195. 21-196. 4. - Θεοφύλακτος Σιμοκάττης, Οικουμενική Ιστορία, έκδ. C. Boor, Theophylacti Simocattae Historiae, Leipzig 1887. Ed. corr. curavit P. Wirth, Stuttgart 1972, 202. 5-12, 217. 15-17, 261. 16-19. -Χρονικόν Πασχάλιον, έκδ. L. Dindorf, Chronicon Paschale I, Bonnae 1832, 319. 11-18, 609. 4-7. -Ἰωάννης Νικίου, Παγκόσμιον χρονικόν, έκδ. Η. Zotenberg, Chronique de Jean Eveque de Nikiou. Notices et Extraits des Mss. de la Bibliothèque Nationale XXIV, 1 (1883) 343-605, 396, 402. -Γεώργιος Μοναχός, Χρονικόν σύντομον, έκδ. C. Boor, Georgii Monachi Chronicon I-II, Lipsiae 1904. Corr. curavit P. Wirth, Stuttgart 1978, I 56. 7-18, II 407. 19-20, 408. 6-21. -Λέων Γραμματικός, Χρονογραφία, έκδ. Ι. Bekker, Leonis Grammatici Chronographia, CB. Bonnae 1842, 1-331, 48 24-49. 4. -Θεοδόσιος Διάκονος, Ἅλωσις τῆς Κρήτης, έκδ. F. Jacobs, CB. Bonnae 1828, 259-306, 262.3-8. -Λιουτπράνδος, Relatio de legatione Constantinopolitana, έκδ. εν CB. μετά τον Λέοντα Διάκονο, Bonnae 1828, 343-373, 355 Ε-Α (Col. 2).

53. Θεοφύλακτος Σιμοκάττης 80. 9-11:... «Ὁ δὲ Μακεδὼν ἐκεῖνος ἤ Λεωνίδας τὸ φρόνημα ἤ Καλλίμαχος ἤ Κυνέγειρος, ἀρκέσει δὲ τὸ 'Ρωμαῖον ἀποκαλεῖν...».

54. Ψευδο-Λουκιανός, Τιμαρίων ή περὶ τῶν κατ' αὐτὸν παθημάτων, έκδ. Rob. Romano, Pseudo-Luciano, Timarione (Byzantina et Neo-Hellenica Neapolitana II), Napoli 1974, 53. 114-123:«Ἑορτὴ δὲ ἦν τὰ Δημήτρια ὥσπερ ἐν Ἀθήνησι Παναθήναια καὶ Μιλησίοις τὰ Πανιώνιαγίνεται δε καί παρά Μακεδόσι μεγίστη τῶν πανηγύρεων, συρρεῖ γὰρ ἐπ' αὐτὴν οὐ μόνον αὐτόχθων ὄχλος καὶ ἰθαγενής, ἀλλὰ πάντοθεν καὶ παντοῖος, Ἑλλήνων τῶν ἀπανταχοῦ, Μυσῶν τῶν παροικούντων γένη παντοδαπά Ἴστρου μέχρι καὶ Σκυθικῆς, Καμπανῶν Ἰταλῶν Ἰβήρων Λυσιτανῶν καί Κελτῶν τῶν ἐπέκεινα Ἄλπεωνκαὶ συλλήβδην εἰπεῖν, ὠκεάνειοι θῖνες ἱκέτας καὶ θεωροὺς ἐπὶ τὸν μάρτυρα πέμπουσιτοσοῦτον αὐτῷ τῆς δόξης κατὰ τὴν Εὐρώπης περίεστιν».

55. Νικολάου Καβάσιλα προσφώνημα 87, κεφ. 23: «Δημήτριος ἦν ἐξ ἀνθρώπων, οὐ μόνον βαρβάροις φόβον ἐνθείς, καὶ ταῖς ἐκεῖθεν νίκαις τὴν Ἑλλάδα κοσμήσας...»

56. Κωνσταντῖνος Ζ' Πορφυρογέννητος, Περί θεμάτων 88. 1-89. 5: «Τὸ δὲ θέμα τοῦ Στρυμόνος τῇ Μακεδονίᾳ συντέτακται καὶ οὐδαμοῦ τούτου λόγος ἐστὶ περί θέματος, ἀλλ' εἰς κλεισούρας τάξιν λελόγισται• καὶ Σκύθαι αὐτὸ ἀντὶ Μακεδόνων διανέμονται, Ἰουστινιανοῦ τοῦ 'Ρινοτμήτου ἐν τοῖς ὄρεσι τοῦ Στρυμόνος καὶ ταῖς διαβάθραις τῶν κλεισουρῶν τούτους ἐγκατοικίσαντος». -Βλ. Μ. Rajkovic, «Oblast Strimona i tema trimon», Zbornik Radova Vizantološkog Instituta 5 (1958), 1-7. Ελληνική μετάφραση: Η περιοχή του Στρυμόνος και το θέμα Στρυμών, Δελτίον Σλαβικής Βιβλιογραφίας, έτος 4, τεύχος 14 (1967) 31-39,37: «Ο Αυτοκράτωρ... δίδων την πληροφορίαν, ότι εις την περιοχήν ταύτην αντί των Μακεδόνων -δηλαδή των Ρωμαίων- ανεπτύχθησαν οι Σκύθαι (Σλάβοι)...»

57. Θαύματα ἁγίου Δημητρίου Ι 137. 5-9, 153. 3-7. 

58. Κωνσταντῖνος Ζ' Πορφυρογέννητος, Πρὸς τὸν ἴδιον υἱὸν 'Ρωμανὸν τον θεοστεφῆ καὶ προφυρογέννητον βασιλέα, έκδ. C. Moravscik-R. J.H. Jenkins, Constantine Porphyrogenitus, De administrando imperio, Greek text edited by C. Moravcsik, English translation by R. J. H. Jenkins2, Dumbarton Oaks 1967, 50. 9-16: «Ἐπὶ δὲ τῆς βασιλείας Μιχαήλ, τοῦ υἱοῦ Θεοφίλου, ἀπεστάλη πρωτοσπαθάριος Θεόκτιστος, οὗ τὸ ἐπίκλην τῶν Βρυεννίων, στρατηγὸς ἐν τῷ θέματι Πελοποννήσου μετά δυνάμεως καὶ ἰσχύος πολλῆς, ἤγουν Θρακῶν καὶ Μακεδόνων καὶ τῶν λοιπῶν δυτικῶν θεμάτων τοῦ πολεμῆσαι και καθυποτάξαι αὐτούς. Καὶ πάντας μὲν τοὺς Σκλάβους καὶ λοιπούς ἀνυπότακτους τοῦ θέματος Πελοποννήσου ὑπέταξε καὶ ἐχειρώσατο, μόνοι δὲ οἱ Ἐζερῖται καὶ οἱ Μηλιγγοὶ κατελείφθησαν ὑπὸ τὴν Λακεδαιμονίαν καὶ τὸ ἝλοςΣτο εξής: De administrando imperio.

59. Χρηστομάθειαι ἐκ τῶν Στράβωνος Γεωγραφικῶν, έκδ. Κ. Miller, Geographi Graeci Minores II, Paris 1861, 529-636, 574, 47:«...Καὶ νῦν δὲ πᾶσαν Ἤπειρον καὶ Ἑλλάδα σχεδόν καὶ Πελοπόννησον καὶ Μακεδονίαν Σκύθαι Σκλάβοι νέμονται...»

60. Θαύματα ἁγίου Δημητρίου 229.22. -Βλ. Μ. Grigoriou-Ioannidou, Une remarque sur le recit des Miracles de Saint Démétrius, Comité National Grec des Etudes du Sud-Est Européen, Centre d' Etudes du Sud-Est Européen 20, Athènes 1987, 7 κ εξ.

61. Ἱεροκλῆς Γραμματικός, Συνέκδημος, έκδ. Ε. Honigmann, Le Synecdémos d' Hiéroclés et l’opuscule géographique de Georges de Chypre (Corp. Bruxell, Hist. Byzantinae. Forma imperii byzantini. Fasc. I), Bruxelles 1939, 1-48, 14-15, 638.1-640.10, 15-16, 641.1-9. -Θαύματα ἁγίου Δημητρίου 153.6. -Θεοφάνης 475.20-26, 495.27-496.6, 501.1-2. -Συγγραφή χρονογραφίου τα κατά Λέοντα υἱόν Βάρδα τοῦ Ἀρμενίου περιέχουσα, έκδ. Ι. Bekker, Scriptor incertus de Leone Armenio εν CB. μετά τον Λέοντα Γραμματικό, 335-362, 337.18-19. -Τακτικόν, Uspenskij , έκδ. Ν. Oikonomidès, Les listes de préséance byzantines des 9e et l0e siècles (Le Monde byzantin), Paris 1972, 47-63, 49.9, 56.3. -Φιλόθεος ἀτρικλίνης καὶ πρωτοσπαθάριος, Κλητορολόγιον, έκδ. Ν. Oikonomidès, Les listes de préséance 81-235, 101.16 ιέ, 105.8, 139.3. -Τακτικόν Benešević, έκδ. Ν. Oikonomidès, Les listes de préséance 243-253, 247.9. -Βίος Θεοδώρου Στουδίτου, έκδ. V. Latyschev, Vita S. Theodori Studitae in codice Mosquensi musei Rumianzoviani no 520, V.V. XXI (1914), Petrograd 1915, 255-304, 278.19-20. -Θεοφάνους Συνεχιστής, Χρονογραφία συγγραφεῖσα ἐκ προστάγματος τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ φιλοχρίστου καὶ πορφυρογεννήτου δεσπότου, έκδ. I. Bekker, Theophanes Continuatus, CB. Bonnae 1838, 3-481, 30.10-12, 223.5-6. -Λέων Διάκονος, Ἱστορία, έκδ. C.B. Hasii, Leonis Diaconi Caloёnsis Historiae, CB. Bonnae 1828, 111.7-10, 114.2-3, 126.14-15. -Κωνσταντῖνος Ζ' Πορφυρογέννητος, Περί θεμάτων 86, 2,1-88.45.-Ο ίδιος, Σύνταγμά τι καὶ βασιλείου σπουδῆς ὄντως ἄξιον πόνημα, έκδ. I. Reiske, Constantini Porphyrogeniti imperatoris de cerimoniis aulae byzantinae libri duo, CB. Bonnae 1829-1830, I 436.20-21, 652.4. Στο εξής: De cerimoniis. -Μιχαήλ Ἀτταλειάτης, Ἱστορία, έκδ. Ι. Bekker, CB. Bonnae 1853, 22.11, 28.12-14, 254.22-23. -Ἰωάννης Σκυλίτζης, Σύνοψις ἱστοριῶν, έκδ. Ι. Thurn, loannis Scylitzae Synopsis historiarum (CFHB 5), Berlin-N. York 1973, 329.91-330.95, 1-2, 362.19-20. -Βλ. Catalogue of Byzantine Seals at Dumbarton Oaks and in the Fogg Museum of Art. Volume 1: Italy, North of the Balkans, North of the Black Sea, έκδ. J. Nesbit-N. Oikonomides, Dumbarton Oaks-Washington D.C. 1991, 43.1-44.8. -Ι Καραγιαννόπουλος, Θεσμοί-κοινωνία-οικονομία εν: Μακεδονία. 4000 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού, Αθήνα 1990, 318-332. Στο εξής: Θεσμοί. - A. Stavridou-Zafraka, «Slav invasions and the Theme Organization in the Balkan Peninsula», Bυζαντιακά 12 (1992) 165-179, 172 κ. εξ. To θέμα Μακεδονίας ιδρύθηκε μεταξύ του 789 ή 797 και του 802. Στο εξής: Slav invasions.

62. Συνοδικὸν ἐν ἐπιτομῇ ἁπάσας ἀπὸ τῶν ἁγίων καὶ πανευφήμων τοῦ Χριστοῦ ἀποστόλων γεγονυῖας ὀρθοδόξους τε καὶ αἱρετικὰς περιέχον Συνόδους μέχρι τῆς ὀγδόης Οἰκουμενικῆς μεγάλης ἁγίας Συνόδου, έκδ. J. Duffy- J. Park, Synodicon Vetus (CFHB), Dumbarton Oaks 1979, 45, 40.1-6, 76, 68.11-14. -Notitiae Episcopatuum, έκδ. J. Darrouzès, Notitiae Episcopatuum Ecclesiae Constantinopolitanee (Instit. Français d' Etudes Byzantines. Géographie ecclésiastique de l’Empire Byzantin, t. 1), Paris 1981, not. 2 216.13, 217.41, not 3 230.16, 231.48, 235.257, not. 7 285.614, not. 9 304.487. Στο εξής: Notitiae Episcopatuum. Βλ. Γερ. Κονιδάρης, Εκκλησιαστική ιστορία A' 441-442, 503-504, 509-512. -Αγγελική Κωνσταντακοπούλου, Ιστορική γεωγραφία της Μακεδονίας (4ος-6ος αιώνας), Γιάννενα 1984, 127 (διδακτορική διατριβή).

63. Βλ. Ι. Καραγιαννόπουλος, «Η επικοινωνία Θεσσαλονίκης - Κωνσταντινουπόλεως κατά τους 7-9. αι.», Επιστημονική Επετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής Α.Π.Θ. 22 (1984) 211-229,218. -A. Stavridou-Zafraka, Slav Invasions 175-176.

64. Βίος ἁγίου Γρηγορίου Δεκαπολίτου, έκδ. F. Dvornik, La Vie de Saint Grégoire le Décapolite et les Slaves Macédoniens au IXe siècle, Paris 1926 (texte:p. 45-75) 55.4-5. Βλ. Αλκμ. Σταυρίδου-Ζαφράκα, Θεσσαλονίκη, «πρώτη πόλις Θετταλίας» 69-75.

65. Χρονικόν Πασχάλιον Ι 630.1-8.

66. Βλ. Αλκμ. Σταυρίδου-Ζαφράκα, Θεσσαλονίκη, «πρώτη πόλις Θετταλίας» 75-77.

67. Θαύματα ἁγίου Δημητρίου 208.8-9 («Τῶν γὰρ πολλάκις των λελεγμένων τῶν προσπαρακειμένων τῇ θεοσώστῳ ταύτῃ πόλει Σκλαβίνων...», 209.10 («...ἐγνωκότος τοῦ παντὸς τῶν Σκλαβίνων ἔθνους...»), 211.17 («...τοὺς μεν του Στρυμῶνος Σκλάβους...»), 220.24 («Καὶ ἔφυγε πᾶσα ἡ βάρβαρος φυλή...»). -Νικηφόρος Πατριάρχης, Ἱστορία σύντομος, έκδ. C. Mango, Nikephoros' Patriarch of Constantinople Short History (CFHB 13), Dumbarton Oaks-Washington D.C. 1990, 38, 6-11: «... ἱππικά δε στρατεύματα πρὸς τοῖς Θρακώοις διαγαγών χωρίοις κατά τῶν Σκλαβηνῶν εὐθέως ὥρμησε, μέχρι δὲ Θεσσαλονίκης ὲκδραμὼν πόλεως, πολλά τῶν ἐκεῖσε Σκλαβηνῶν γένη τὰ μὲν πολέμῳ τὰ δὲ ὁμολογίᾳ παραλαβών, εἰς τὴν τοῦ Όψικίου λεγομένην χωράν... κατέστησεν...». - Κωνσταντίνος Ζ' Πορφυρογέννητος, De administrando imperio 50, 59-60: «...καὶ ευθέως γενομένης καί τῆς τῶν Σκλαβησιάνων ἐπιθέσεως κατά τοῦ αὐτοῦ θέματος...» -Βίος ἁγίου Γρηγορίου Δεκαπολίτου 54.23-24 («Ἐξ Αἴνωθεν δὲ πλοίῳ ἐπιβὰς τῇ Χριστόπολει προσέσχεν. Ἐκ δὲ ταύτης ἀποβὰς τοῦ πλοίου, κατήντησεν ἐπί τινα ποταμόν, ἐν ᾧ Σκλαβίνοις λησταῖς περιέπεσεν...»). -Ἰωάννης Σταυράκιος, Λόγος εἰς τὰ θαύματα τοῦ ἁγίου Δημητρίου, ἐκδ. Ἰωακ. Ἰβηρίτης, Ἰωάννου Σταυρακίου Λόγος εἰς τὰ θαύματα τοῦ ἁγίου Δημητρίου, Μακεδονικά 1 (1940) 324-376 (κείμενο 334-376), 361, 17-19: «Ρυνχῖνοι, Στρυμόνιοί τε καὶ Σαγουδάτιοι, ἔθνη ὅμορα σκυθικά τε καὶ σκλαβινίσια, θηριώδη καὶ βάρβαρα...». Για τα «ἀνδράποδα Σκλαβόα τῆς Βιθυνῶν ἐπαρχίας» βλ. Αικ. Χριστοφιλοπούλου, «Βυζαντινή Μακεδονία», Βυζαντινά 12 (1983) 9-63, 39. -Χρηστομάθειαι ἐκ τῶν Στράβωνος Γεωγραφικῶν 574, 47: «... καὶ Μακεδονίαν Σκύθαι Σκλάβοι νέμονται...». -Θεοφάνους Συνεχιστής 50.2:«... Σκλαβογενῶν τῶν πολλάκις ἐγκισσευθέντων κατὰ τὴν Ἀνατολὴν...». 

68. Θαύματα ἁγίου Δημητρίου 175. 4-6 («...τὸ τῶν Σκλαβίνων ἐπαρθῆναι ἔθνος, πλῆθος ἄπειρον συναχθὲν ἀπό τε τῶν Δρογουβιτῶν, Σαγουδατῶν, Βελεγεζητῶν, Βαϊουνητῶν, Βερζητῶν καὶ λοιπῶν ἐθνῶν...». -Ἰωάννης Καμενιάτης 8.80-82. -Θεοφάνης 359. 13-14. –Κωνσταντῖνος Ζ' Πορφυρογέννητος, De administrando imperio 50, 1-2. Για την αναφερόμενη στους Σμολεάνους πρώτο-βουλγαρική επιγραφή βλ. Ι. Καραγιαννόπουλος, «Η πρωτοβουλγαρική επιγραφή του, Direkler (πιν. 429-443)», «Εγνατία 1. Επιστημονική Επετηρίς Φιλοσοφικής Σχολής Α.Π.Θ. 23 (1989) 219-257, 225.

69. Θαύματα ἁγίου Δημητρίου 211. 4-19. –Κωνσταντῖνος Ζ' Πορφυρογέννητος, De administrando imperio 50, 1-2.

70. Θεοφάνης 359. 13-17.

71. Βίος ἁγίου Γρηγορίου Δεκαπολίτου 61. 20-21: «...πρὸς τὰ τῶν Σκλαβηνῶν μερῶν ὄρη...», 61. 28-62.1:«...στάσις οὐ μικρά τοῦ τῆς ἐκείνης Σκλαβηνίας ἐξάρχοντος γέγονε...». -Θεοφάνης 430.21: «... τὰς κατὰ τὴν Μακεδονίαν Σκλαβηνίας ᾐχμαλώτευσε...». –Κωνσταντῖνος Ζ' Πορφυρογέννητος, De administrando imperio 29, 67-68. Βλ. Ρ, Charanis, «Observations on the History of Greece During the Early Middle Ages», Balkan Studies 11 (1970) 1-34, 11-13. -A. Stavridou-Zafraka, Slav Invasions 170.

72. Θεοφάνης 447. 10-13 («... πρὸς τὸ αἰχμαλωτίσαι τὴν Βερζιτίαν...»), 473. 32-474.2 («... Ἀκάμηρος ὁ τῶν Σκλαυινῶν τῆς Βελζητίας ἄρχων...»).

73. Βλ. Catalogue of Byzantine Seals at Dumbarton Oaks I 21, 1-3.

74. Notitiae Episcopatuum, not. 7 299, 616, 618 not. 9 185, 490, 492, not. 10 218, 580 και 582. Βλ. Ι. Καραγιαννόπουλος, Θεσμοί 320-21. -Γ. Χιονίδης, Ιστορία της Βέροιας, της πόλεως και της περιοχής, τ.2, Βυζαντινοί χρόνοι, Θεσσαλονίκη 1970, 9-13. -Δ. Ζακυθηνός, Οἱ Σλάβοι ἐν Ἑλλάδι, Ἀθῆναι 1945, 30-31 και σημ. 4. P. Lemerle, Philippes et la Macédoine orientale a lepoque chrétienne et byzantine Recherches d' Histoire et d' Archéologie, Paris 1945, 115-116 και σημ. 2 -Γ. Θεοχαρίδης, Ιστορία της Μακεδονίας 182 και σημ. 2-3. Για την επισκοπή Ἐζήρου ή Ἐζεροῦ στη Θεσσαλία, βλ. Άννα Αβραμέα, Η βυζαντινή Θεσσαλία μέχρι του 1204. Συμβολή εις την ιστορικήν γεωγραφίαν, εν Αθήναις 1974, 174-175 και 205 (διδακτ. διατριβή).

75. Notitiae Episcopatuum, not. 7 285. 616 και 618.

76. Θαύματα ἁγίου Δημητρίου 211. 7-11 και 14-16.

77. Ἰωάννης Καμενιάτης 8. 81-82.

78. Actes d' Iviron II. Du milieu du XI siècle a 1204, édition diplomatique par J. Lefort, N. Oikonomidès, Denise Papachryssanthou avec la collaboration de Vassiliki Kravari et d' Hélène Métrévéli, Archives de l’Athos XVI, Paris 1990, ἔγγραφον 32, σελ. 80-87. 85. 10-13: «καὶ ὁ τοῦ μακαρίτου βασιλέως κυ(ροῦ) 'Ρωμανοῦ τοῦ πατρός τῶν ἀοιδίμων βασιλέων [τ]οῦ τε κυ(ροῦ) Βασιλείου (καὶ) τοῦ κυ(ροῦ) Κωνσταντίνου τῶν πορφυρογεννήτων ἐκτεθεὶς κατά το ςυξη' ἔτος ἐπί τῇ μονῇ τοῦ Κολοβοῦ, παροίκων ἀτελῶν τεσσαράκοντα δωρεὰν αὐτῇ παρέχων ἀνθ' ὧν ἀφηρέθησαν τοπί(ων) ἀπό τῶν πάλαι παραδοθέντων τῷ μέρει ταύτης ἐν τῇ τοποθεσία τῇς Ἐρισσοῦ παρὰ τῶν ἐνσκηνωθέντων ἐκεῖσε Σκλάβων Βουλγάρων.» Στη σελ. 84, σχόλιο στον στίχο 13. Πρόκειται για την παραχώρηση από τον Ρωμανό Β'στη μονή Ιωάννου Κολοβού, με χρυσόβουλλο, σαράντα παροίκων ως αποζημίωση για εδάφη που της αφαίρεσαν επήλυδες. Χρονολογία του χρυσόβουλλου του 959/960. Βλ. Διονυσία Παπαχρυσάνθου, Ο Αθωνικός μοναχισμός. Αρχές και οργάνωση, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1992, 128-129 και σημ. 261-262, όπου υπάρχει βιβλιογραφία.

79. Βλ. D. Vlahov, Makedonija 44: Vo 924 godina vo vremeto na imperatorot Roman Lakapin, bile naseleni okolu kreposta na Jeriso, Mekedonci-Slavjani i im bila razdelena zemja za tobrabotuvanje... Podocna, vo 960 godina, imperatorot, za da go nagradi manastirot za odzemenite od nego zemji, mu podaril zavisni selani-čifligari. Vo gramotata čitame: «Na manastirot Joan Kolovu bile podareni 40 zemjodelci-selani, čifligari, oslopodeni od danok kako zamena za onis delovi na zemjata što veće odamna mu pripadja na manastirot vo Jerisovskiot kraj; tie čifligari se Slavjani-Makedonci, nastaneti vo tie mesta».

80. ο.π. 43.

81. Βλ. Δ. Κανατσούλης, Ἱστορία τῆς Μακεδονίας μέχρι τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου, Θεσσαλονίκη 1964, 10-11. -Μιχ. Σακελλαρίου, Οἱ γλωσσικές καί ἐθνικές ὁμάδες τῆς ἑλληνικῆς προϊστορίας, εν: Ἐκδοτική Ἀθηνῶν, Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους τ. Α' - Προϊστορία και Πρωτοϊστορία, Ἀθῆναι 1971, 356-379, 378-379. -Ο ίδιος, Οἰκονομική, κοινωνική καί πολιτική ἐξέλιξη τῶν ἑλληνικῶν κρατῶν, εν: Ἐκδοτική Ἀθηνῶν, Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ ἔθνους τ. Β' - Ἀρχαϊκός Ἑλληνισμός. Ἀθῆναι 1971, 204-275, 237-239.

82. Βλ. Μ. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, Το «Μακεδόνικο Ζήτημα» 18-19.

83. Βλ. Vizantiski izvori I 230 σημ. 41.

84. Θεοφάνης 404. 24-25 («...καὶ τῆς πρὸς θάλασσαν Μακεδονίας...»), 430. 21-22 (...τὰς κατὰ τὴν Μακεδονίαν Σκλαυινίας...»), 475. 22-23 («...ὅν καὶ προεβάλετο μονοστράτηγον εἴς τε τὴν Θράκην καὶ τὴν Μακεδονίαν...»), 496. 1-2 («... πλέον κατίσχυσαν Θράκης καὶ Μακεδονίας...»), 501. 1-2 («...Ἰωάννης, πατρίκιος καὶ στρατηγός Μακεδονίας, ὁ Ἀπλάκης...»)

85. Θεοφάνης 65. 1-2: «...καὶ ἠρήμωσαν πολλάς ἐπαρχίας, Σκυθίαν, Μυσίαν, Θράκην, Μακεδονίαν, καί Ἀχαΐαν, καί πάσαν τὴν Ἑλλάδα...» (λεηλασία ἀπό Γότθους ἐπί Ουάλη).

86. Θεοφάνης 347. 6-7, 364. 8-15, 430. 21-22, 486. 10-12. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο χρονογράφος χρησιμοποιεί άλλοτε ενικό («... κατά Σκλαυινίας...», «.. .κατά Σκλαυινίας καί Βουλγαρίας...» και άλλοτε πληθυντικό («... βουλόμενος τούς τε Βουλγάρους καὶ τάς Σκλαυινίας αἰχμαλωτίσαι... πολλά πλήθη τῶν Σκλάβων τὰ μὲν πολέμῳ τὰ δἐ προσρυέντα παραλαβών...», «... τάς κατά τὴν Μακεδονίαν Σκλαυινίας..., «.. .Χριστιανούς ἀποικίσας ἐπί τάς Σκλαυινίας γενέσθαι προσέταξεν...»). Επιστολή Μιχαήλ Β' σε Λουδοβίκο Ευσεβή, Mansi XIV 418: «...circumiacentibus Sclaviniis...»

87. Θεοφάνης 347. 6-7:«Τούτῳ τῷ ἔτει ἐπεστράτευσεν ὁ βασιλεὺς κατὰ Σκλαυινίας καἰ ἠχμαλώτισε πολλούς καὶ ὑπέταξεν». Την εκστρατεία αυτή του Κώνσταντος Β' άλλοι ιστορικοί την τοποθετούν στη βόρεια Βαλκανική, άλλοι, γενικά, πλησίον των παραμεθορίων περιοχών, άλλοι στη Μακεδονία, άλλοι στην κεντρική Ελλάδα κι άλλοι στη Θράκη, Βλ. Χρ. Ζαχόπουλος, «Η πολεμική ισχύς των «Σκλαβίνων» στην «5η πολιορκία» της Θεσσαλονίκης και οι σχέσεις τους με το βυζαντινό κράτος στην ίδια περίοδο, εν: Ελληνική Ιστορική Εταιρεία, IB' Πανελλήνιο Ιστορικό Συνέδριο (Μάιος 1991), Πρακτικά, Θεσσαλονίκη 1992, 39-63, 55 και σημ. 94-97.

88. Κωνσταντῖνος Ζ' Πορφυρογέννητος, De administrando imperio 29, 68:«... ἀλλὰ καὶ τὰ ἐκεῖσε ἔθνη, οἵ τε Χρωβᾶτοι καὶ Σέρβλοι καὶ Ζαχλοῦμοι καὶ Τερβουνιῶταί τε καὶ Καναλῖται καὶ Διοκλητιανοὶ καὶ οἱ Παγανοί, τῆς τὼν 'Ρωμαίων βασιλείας ἀφηνιάσαντες γεγόνασιν ἰδιόρρυθμοι καὶ αὐτοκέφαλοι, τινὶ μὴ ὑποκείμενοι. Ἄρχοντας δέ, ὥς φασι, ταῦτα τὰ ἔθνη μὴ ἔχειν, πλὴν ζουπάνους γέροντας, καθὼς καὶ αἱ λοιπαὶ Σκλαβηνίαι ἔχουσι τύπον...»

89. Θεοφάνης 364. 13, 383. 21, 386. 13, 400. 19 και 28, 456. 28, 461.5-6, 471. 3, 484. 20 και 494. 18.

90. Θεοφάνης 496. 5.

91. Βλ. G. Ostrogorsky, Vizantijsko-juznoslovenski odnosi 29.

92. Βλ. G. Ostrogorsky, Ιστορία Β' (ελληνική έκδοση) 184.

93. ο.π. 184.

94. Βλ. Αντ. - Αιμ. Ταχιάος, Το εφήμερο κράτος του Σαμουήλ (976-1018). Προβλήματα και ερωτηματικά, Ελληνική Εταιρεία Σλαβικών Μελετών, Θεσσαλονίκη 1990, 9-13, 14-20.

95. Βλ. Βασ. Ι. Λαζανάς, «Αρχαίοι Έλληνες Θεσσαλονικείς επιγραμματοποιοί. Επιγράμματα αναφερόμενα στη Θεσσαλονίκη από άλλους ποιητές. Μακεδόνες επιγραμματοποιοί - Όλα τα σχετικά συγγράμματα», Νέα Εστία, Αφιέρωμα στη Θεσσαλονίκη, Χριστούγεννα 1985, 67-120.

96. Βλ. F.W. Walbank, Πνευματικός βίος, Φανούλα Παπάζογλου, Πνευματικός βίος, Άννα Τσιτουρίδου - R. Browning, Κοινωνικός και πνευματικός βίος, R. Browning, Πνευματικός βίος εν: Μακεδονία. 4000 χρόνια ελληνικής ιστορίας και πολιτισμού 168-171, 203-207, 235-237, 263-264, 288-291 και 332-337, 170, 203, 237, 263, 290-291, 333-334, 335-337. Στο εξής: Μακεδονία.

97. Βλ. Άννα Παναγιώτου, Η γλώσσα των αρχαίων επιγραφών της Μακεδονίας, εν: Η γλώσσα της Μακεδονίας, 181-194. -Recueil des inscriptions chrétiennes de Macédoine du Ille au Vie siècle, ed. Den. Feissel, Bulletin de Correspondance Hellénique Supplément VIII (1983) -J. M. Spieser, Inventaires en vue d'un recueil des incriptions historiques de Byzance. I. Les inscriptions de Thessalonique, Travaux et Mémoires 5 (1973) 145-180 -Μαργ. Δήμιτσας, Ἡ Μακεδονία ἐν λίθοις φθεγγομένοις καὶ μνημείοις σωζομένοις, ἤτοι πνευματική καί ἀρχαιολογική παράστασις τῆς Μακεδονίας ἐν συλλογῇ 1409 ἑλληνικῶν καὶ 189 λατινικῶν ἐπιγραφῶν καὶ ἐν ἀπεικονίσει τῶν σπουδαιοτέρων καλλιτεχνικῶν μνημείων, τόμος πρῶτος, τεύχη Α' - Β', Ἀθήνησιν 1896. Ανατύπωση: Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου. Αρχείο Ιστορικών Μελετών 1, Θεσσαλονίκη 1988.

98. Βλ. Ν. Ανδριώτης, Κράτος των Σκοπίων 44-47.

99. Βλ. R. Browning, Πνευματικός βίος εν: Μακεδονία 263.

100. ο.π. 264 - Βλ. Μ. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, Η ανόρθωση 802-945, εν: Ἐκδοτική Ἀθηνῶν, Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους τ. Η' - Βυζαντινός Ἑλληνισμός -Μεσοβυζαντινοί χρόνοι ἀπό το 642 ὡς τό 1071, Ἀθῆναι 1979, 46-97, 93-95.

101. Βλ. σημ. 5 της παρούσας εργασίας.

102. Βλ. Ν. Ανδριώτης, Κράτος των Σκοπίων 33.

103. Βλ. Vizantiski izvori I 188 n. 3 («.. .makedonskih Drogubita od tračckih Draguvita...»), 222 n. 10 («maloaziski Sloveni...»), 243 n. 13 («tesalski Sloveni...», «...tračkih i makedonskih Slovena...», 287 n. 9c:«.. .peloponeskih Slovena...», αλλά και 234 n. 64: «Slovena na Peloponezu» (εμπροσθέτος) -VI. Popović, Les témoins 473 («Slaves pannoniens, Slaves moldaves»), 503 («Slaves moraves») - Idem, Note sur l’habitat paléoslave 135 («Béléjezètes thessaliens») -B. Crafenauer, Kronološka vprašanja 43 («tesalskih Velegesitov, episkih Vajunitov, makedonskih Vrsjakov»). Ενδιαφέρουσα στον ίδιο η εναλλαγή στη χρήση συνθέτων, που δηλώνουν - και τα δύο - φυλετικά (σελ. 38: «obrsko-slovanskim» «-σελ. 41:«bolgarsko-slovanske») και συνθέτων όρων με φυλετικό το ένα μέρος και γεωγραφικό το άλλο (σελ. 25: «slovanska makedonska»).

104. Βλ. Tad. Wasilewski, Bizancjum i Slowiane w IX wieku, Warszava 1972, 27 και 43.

105. Βλ. Ρ. Lemerle, «Invasions et migrations dans le Balkans depuis la fin de l’Εpoque romaine jusqu' au VIII siècle», Revue Historique CCXI (1954), 265-308, 291 n. 2.

106. Χρονικόν Πασχάλιον I 591. 7-12.

107. Βλ. Ι. Καραγιαννόπουλος, Η επικοινωνία Θεσσαλονίκης - Κωνσταντινουπόλεως κατά τους 7.-9. αι. 216 και σημ. 16.

108. Ιωάννης Καμενιάτης 8. 81-82.

109. Κωνσταντῖνος Ζ' Πορφυρογέννητος, De administrando imperio 49, 4-6.

110. Θεοφάνης 385. 29.

111. Προκόπιος, Περί κτισμάτων, έκδ. J. Haury, Prokopii Caesariensis opera omnia IV Περί κτισμάτων libri VI sive De aedificiis. Ed. ster. correctior. Addenda et corrigenda adiecit C. Wirth, Leibzig 1964, 100. 26.

112. Βλ. Ρ. Lemerle, Invasions 301: «les Sklavènes, Strymoniens, Runchines, Sagoudates», 302: «les slaves Strymoniens», 298: «(Yougo) slaves de Croatie et de Serbie» -Idem, «La chronique improprernent dite de Monemvasie: le contexte historique et légendaire», Revue des Etudes Byzantines XXI (1963) 5-49, 35: «Les Sklavènes de Macédoine».

113. Ἰωάννης Καμενιάτης 4. 54-57. -Νικολάου Καβάσιλα προσφώνημα 70. -Φιλόθεος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, Ἐγκώμιον εἰς τὸν ἅγιον Δημήτριον, έκδ. Δ. Τσάμης, Φιλόθεου Κωνσταντινουπόλεως του Κοκκίνου Αγιολογικά έργα. Α' Θεσσαλονικείς άγιοι, Κέντρον Βυζαντινών Ερευνών, Θεσσαλονίκη 1985, 31-60, 33. 5-34. 19. -Του ιδίου στην αυτήν έκδοση, Λόγος εἰς τὴν ἁγίαν Ἀνυσίαν, 61-80, 64 1-65. 25 -Βίος ὁσίου Γερμανού, 95-158, 97. 5-7 -Βίος ὁσίου Σάβα τοῦ νέου, 159-325, 162. 4-163. 10, 163, 3, 1-164. 16, 166. 5-7 -Βίος ἁγίου Ἰσιδώρου, 327-423, 331. 1-6.

114. Θουκυδίδης, Ξυγγραφὴ τοῦ πολέμου τῶν Πελοποννησίων καὶ Ἀθηναίων έκδ. Η. Stuart Jones, Thucydidis historiae. Apparatum criticum correxit et auxit John En. Powell, t. I, Scriptorum Classicorum Bibliotheca Oxoniensis, Oxford 1900, repr. Oxford 1970, III 82, 4.

115. Βλ. Κυρ. Πλησῆς, « ἱστορική μνήμη καί σημασία τῶν λέξεων», Εὐθύνη 156 (1984) 600-601, 600.

116. Θουκυδίδης Ι 22, 4: «...ὅσοι δὲ βουλήσονται τῶν τε γενομένων τὸ σαφὲς σκοπεῖν καὶ τῶν μελλόντων ποτὲ αὖθις κατὰ τὸ ἀνθρώπινον τοιούτων καὶ παραπλησίων ἔσεσθαι, ὠφέλιμα κρίνειν αὐτὰ ἀρκούντως ἕξει. Κτῆμά τε ἐς αἰεί μᾶλλον ἤ ἀγώνισμα ἐς τὸ παραχρῆμα ἀκούειν ξύγκειται».

Δεν υπάρχουν σχόλια: